Έντονες αντιδράσεις για τον κοινό Εορτασμό του Πάσχα το 2025: Ανησυχία από Ορθόδοξους πιστούς
Του Γιώργου Θεοχάρη – ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Πάσχα 2025: Η συζήτηση για τον κοινό εορτασμό του Πάσχα μεταξύ Ορθοδόξων και Καθολικών έχει επανέλθει στο προσκήνιο, ιδιαίτερα με αφορμή το 2025, όπου το Πάσχα θα συμπέσει ημερολογιακά στις 20 Απριλίου για τις δύο Εκκλησίες.
Το θέμα έχει προκαλέσει αντιδράσεις από πολλούς Ορθόδοξους πιστούς, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε άλλες χώρες, ενώ το ζήτημα τίθεται υπό συζήτηση σε θεολογικό και εκκλησιαστικό επίπεδο.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος έχει αναφερθεί στο ενδεχόμενο καθιέρωσης κοινού εορτασμού, τονίζοντας ότι αυτή η κίνηση θα μπορούσε να ενισχύσει τους δεσμούς μεταξύ των χριστιανών παγκοσμίως και να προωθήσει την ενότητα των Εκκλησιών.
Ο Πατριάρχης έχει εκφράσει την επιθυμία να τεθεί το ζήτημα προς εξέταση, ιδιαίτερα καθώς το 2025 σηματοδοτεί την επέτειο των 1700 χρόνων από τη Σύνοδο της Νίκαιας, η οποία όρισε τον τρόπο υπολογισμού του Πάσχα.
Ωστόσο, αρκετοί Ορθόδοξοι εκφράζουν επιφυλάξεις ή και αντίθεση σε αυτή την προοπτική, φοβούμενοι ότι η οποιαδήποτε αλλαγή μπορεί να οδηγήσει σε αλλοίωση της παράδοσης και των δογμάτων της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Στην Ελλάδα, πολλοί πιστοί, αλλά και ιεράρχες, εκφράζουν ανησυχία για τις συνέπειες που θα είχε ένας κοινός εορτασμός με την Καθολική Εκκλησία, ιδιαίτερα στο πλαίσιο των διαφορών που υπάρχουν στο δόγμα και την παράδοση.
Η φωτογραφία αυτή είναι από εδώ και νομίζω πως μόνο θλίψη μπορεί να προκαλέσει στις ψυχές των ορθοδόξων χριστιανών - αν κάποιοι τη βλέπουν ως ελπιδοφόρα για την "ενότητα του χριστιανικού κόσμου", λυπάμαι διπλά.
Το σχόλιό μας:
Ο Αθηναίος αστρονόμος Μέτων (432 π.Χ.) ανακάλυψε ότι 235 συνοδικοί μήνες ισοδυναμούν με 19 τροπικά ηλιακά έτη.
Συνοδικός μήνας είναι το χρονικό διάστημα μεταξύ δύο διαδοχικών ομωνύμων φάσεων της σελήνης (π.χ. μεταξύ δύο πανσελήνων, ή μεταξύ δύο πρώτων τετάρτων) και είναι ίσος με 29,530588 ημέρες (~ 29 ημ. 12 ωρ. & 44΄), ενώ το Τροπικό έτος, όπως αναφέραμε και στην αρχή, είναι το χρονικό διάστημα για μια πλήρη εναλλαγή των εποχών κι έχει διάρκεια 365,242199 ημέρες (~ 365ημ. 5 ωρ. 48΄& 46΄΄).
Αυτή η περίοδος των 19 τροπικών ετών, ή 6940 ημερών περίπου, ονομάστηκε κύκλος του Μέτωνα, ή κύκλος της σελήνης.
....... Ο κύκλος του Μέτωνα δίνει μέχρι σήμερα την Μετώνεια (ή Ιουλιανή) πανσέληνο, 4-5 περίπου ημέρες αργότερα από την αστρονομική πραγματική πανσέληνο. Για τον 21ο αιώνα η διαφορά είναι 4 ημέρες, για τον 22ο θα είναι 5. Αντίθετα, η Πανσέληνος που δίνει το Γρηγοριανό ημερολόγιο σχεδόν ταυτίζεται με την αστρονομική Πανσέληνο, αφού λαμβάνει υπόψη του το λάθος του Μέτωνα. Με βάση αυτούς τους υπολογισμούς και παρά το σφάλμα που είχαν, το οποίο στην αρχή ήταν μικρό, σχηματίστηκε από τους Αλεξανδρινούς αστρονόμους ο πίνακας των Πανσελήνων του Πάσχα (Πασχάλιοι πίνακες), δηλ. των κατά την 21η Μαρτίου και μετά Πανσελήνων του Ιουλιανού ημερολογίου, που ακόμη και σήμερα χρησιμοποιείται είτε αυτούσιο (Ρωσική Εκκλησία, Άγιο Όρος, Πατριαρχείο Ιεροσολύμων κλπ), είτε σε σχέση με το Νέο ημερολόγιο, όπως εμείς.
Η επινοηθείσα αυτή λύση του διορθωμένου Ιουλιανού ημερολογίου κατά 13 ημέρες έχει δημιουργήσει πλείστα όσα προβλήματα στην Τυπική διάταξη της Εκκλησίας μας, τα οποία θα γνωρίζετε καλώς όσοι από εσάς ασχολείστε ενεργά με τη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας. Η ημερομηνία της εορτής του Πάσχα επηρεάζει 10 εβδομάδες πριν (Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου) και 8 μετά από αυτό (Κυριακή των Αγίων Πάντων), συνολικά 126 ημέρες, περισσότερο από το 1/3 του Εκκλησιαστικού έτους. Αντιθέτως, όσες Ορθόδοξες Εκκλησίες δεν αποδέχτηκαν επί του εορτολογίου τους το Γρηγοριανό ημερολόγιο, δεν αντιμετωπίζουν επιπλοκές και απορίες στην εφαρμογή του Τυπικού.
...... Σήμερα γνωρίζουμε, ότι δεν χρησιμοποιείται ο κύκλος του Μέτωνος στον καθορισμό του ημερολογίου, διότι αποδίδει πλασματική πανσέληνο. Επιπλέον, το Ιουλιανό ημερολόγιο ως ελλιπές, συμπαρέσυρε την ημερομηνία της ισημερίας και της πανσελήνου. Επίσης, υπάρχει ένα ζήτημα με τον καθορισμό της ημερομηνίας του Εβραϊκού Πάσχα.
Το Εβραϊκό Πάσχα δεν εορτάζεται όποτε εμείς θέλουμε ή όπως εμείς το υπολογίζουμε και στα Πασχάλια μας αναγράφουμε, αλλά όποτε οι Ισραηλίτες μέχρι σήμερα το καθορίζουν βάσει του Ισραηλιτικού παλαιού διορθωμένου τους σεληνοηλιακού ημερολογίου.
Σύμφωνα με αυτό, το ἔτος περιλαμβάνει 12 (κοινό) ἤ 13 (εμβόλιμο) σεληνιακούς μήνες των 29 ἤ 30 ημερών και φυσικά δεν είναι δυνατόν να συμπέσει με το ηλιακό (τροπικό) ἔτος. Ὁ 13ος εμβόλιμος μήνας απαιτείται κατά διαστήματα, επειδή το σεληνιακό ἔτος έχει 354 ημέρες. Ανά περίοδο 19 ετών (κύκλος του Μέτωνος) η αρχή του ισραηλιτικού έτους συμπίπτει με το ηλιακό. Επειδή ο μήνας Νισάν, αναλόγως του διανυομένου κοινού ή εμβόλιμου έτους, δεν συμπίπτει την ίδια εποχή του τροπικού έτους, έτσι μέχρι σήμερα η πανσέληνος της άνοιξης για τούς Εβραίους, δηλ. η 14η/ 15η του σεληνιακού μήνα Νισάν, είναι ή η πανσέληνος ακριβώς μετά την εαρινή ισημερία του Γρηγοριανού ημερολογίου, ή η επόμενη πανσέληνος.
Όσον αφορά το διορθωμένον ιουλιανόν ημερολόγιο, το Νομικό Φάσκα, πέφτει στην μεταξύ 26ης Μαρτίου και 23ης Απριλίου πρώτης πανσελήνου της εαρινής ισημερίας, η οποία εξ εσφαλμένων υπολογισμών και των ατελειών του σεληνιακού ημερολογίου, τοποθετείται από τους Εβραίους την 26η ή την 27η Μαρτίου, δηλ. 6-7 ημέρες αργότερα από την κανονική εαρινή ισημερία. Οπότε, το Νομικόν Φάσκα, μπορεί να εορταστεί και πέραν της 23ης Απριλίου, όπως, π.χ. το 2016 θα είναι στις 26 Απριλίου. Καθολικών: 27/3 ,Ορθοδόξων: 1/5.
Η Ρώμη διόρθωσε το 1582 το ημερολόγιο και το πασχάλιο, αντικατέστησε δε το χρυσοῦν γράμμα διά της επακτής, η οποία δεν συνδέεται ακλόνητα με το ημερολόγιο, δέχεται δε κατά διαστήματα διορθώσεις προσαρμογής.
Οι Καθολικοί και οι Διαμαρτυρόμενοι εορτάζουν το Πάσχα (Λατίνων Πάσχα), υπολογίζοντας την εαρινή ισημερία και την εαρινή πανσέληνο σύμφωνα με το Γρηγοριανό ημερολόγιο, λαμβάνοντας υπόψη ακόμη και το σφάλμα του κύκλου του Μέτωνα, τη λεγόμενη εκκλησιαστική πρόπτωση. Έτσι, το Γρηγοριανό ημερολόγιο, παρά τις ατέλειες του, δεν παύει να είναι ακριβέστερο του Ιουλιανού.
Οπωσδήποτε η Εκκλησία οφείλει να λάβει υπόψιν το παρακάτω βαρυσήμαντο κείμενο του οσίου π. Επιφάνιου Θεοδωρόπουλου:
Περί κοινού εορτασμού του Πάσχα μετά των ετεροδόξων
Η Εκκλησία της Ελλάδος, αν ευρεθή ενώπιον προτάσεως περί κοινού εορτασμού του Πάσχα η οιασδήποτε άλλης εορτής μετά των ετεροδόξων, οφείλει να αρνηθή και συζήτησιν κάν περί του θέματος.
Τοιαύτη συζήτησις πρέπει να αποκλεισθή παντί σθένει και πάση θυσία, διότι αποτελεί ανατροπήν εκ των θεμελίων της Ορθοδόξου Δογματικής και ιδία της Εκκλησιολογίας. Η πιστεύομεν ότι είμεθα η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία η δεν πιστεύομεν.
Η Ορθόδοξος Εκκλησία πεποιθυία ότι αύτη και μόνη είνε το Σώμα του Χριστού, ο στύλος και το εδραίωμα της Αληθείας, το Ταμείον της Χάριτος, το Εργαστήριον της Σωτηρίας, ενδιαφέρεται μέν ζωηρότατα περί της εις αυτήν επιστροφής των πεπλανημένων, αδιαφορεί όμως τελείως περί των εσωτερικών αυτών ζητημάτων, εν όσω ούτοι μένουν εν τη πλάνη.
Η Α´ Οικουμενική Σύνοδος ηθέλησε να θεσπίση κοινόν εορτασμόν, αλλά διά τα μέλη της Εκκλησίας, ουχί διά τους εκτός αυτής ευρισκομένους. Δεν συνεζήτησεν ούτε μετά των Γνωστικών, ούτε μετά των Μαρκιωνιτών, ούτε μετά των Μανιχαίων, ούτε μετά των Μοντανιστών, ούτε μετά των Δονατιστών, ίνα εύρη βάσιν συνεννοήσεως περί κοινών εορτασμών. Και ότε βραδύτερον απεκόπησαν εκ του Σώματος της Εκκλησίας οι Αρειανοί, οι Νεστοριανοί, οι Μονοφυσίται οι Εικονομάχοι κ.λπ. κ.λπ., η Εκκλησία ουδέποτε διενοήθη να προέλθη εις συνεννοήσεις μετ᾽ αυτών προς θέσπισιν κοινού εορτασμού είτε του Πάσχα είτε οιασδήποτε άλλης εορτής.
Η Εκκλησία ρυθμίζει τα ζητήματα Αυτής, λαμβάνουσα υπ᾽ όψιν αποκλειστικώς και μόνον το συμφέρον των μελών Αυτής και ουχί τας επιθυμίας των εκτός Αυτής ευρισκομένων. Αν οι εορτασμοί των αιρετικών συμπίπτουν μετά των τοιούτων της Εκκλησίας, άς συμπίπτουν. Αν δεν συμπίπτουν, άς μη συμπίπτουν. Η Εκκλησία δεν συσκέπτεται επί ίσοις όροις μετά των αιρετικών.
Διαλέγεται βεβαίως μετ᾽ αυτών, αλλ᾽ ίνα δείξη εις αυτούς την οδόν της επιστροφής. Το να συγκροτώνται «Οικουμενικά Συμπόσια» η άλλου τύπου Συνέδρια μεταξύ των Ορθοδόξων και της πανσπερμίας των αιρετικών και εν αυτοίς να συσκεπτώμεθα περί καθορισμού κοινών εορτασμών, εμμενόντων όμως και των μέν και των δε (Ορθοδόξων και αιρετικών) εν τοις οικείοις Δογματικοίς χώροις, τούτο άγνωστον και αδιανόητον όν εις την ιστορίαν της Εκκλησίας, όζον δε απαισίου θρησκευτικού συγκρητισμού και τείνον εις την καθιέρωσιν της αρμονικής και αδιαταράκτου συνυπάρξεως αληθείας και πλάνης, φωτός και σκότους, μόνον ως «σημείον των καιρών» δύναται να ερμηνευθή. […]
Μετά βαθείας τιμής και αγάπης εν Κυρίω Ιησού Χριστώ
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ» ΔΙΜΗΝΙΑΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ ΟΜΩΝΥΜΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ • ΜΑΡΤΙΟΣ – ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2024 • ΤΕΥΧΟΣ 155
*****
Για τη στάση της Ορθοδοξίας έναντι του Καθολικισμού, παρακαλώ, ανατρέξτε σε αυτή την ανάρτηση και τις παραπομπές που παρέχει στο τέλος.
Εκεί αναφέρεται:
... Θρησκευτικός
ηγέτης ο πάπας είναι μόνο για τους ρωμαιοκαθολικούς χριστιανούς. Για
εμάς τους ορθόδοξους χριστιανούς, ο πάπας είναι αρχηγός μιας αίρεσης,
και μάλιστα ίσως της πιο ολέθριας: αίρεσης παντοδύναμης, με τεράστιο
πλούτο και πολιτική ισχύ, που κρατάει αιχμάλωτα ολόκληρα έθνη στην
κεντρική και δυτική Ευρώπη και τη λατινική Αμερική και γενικά, κατά
τόπους, σε όλο τον πλανήτη.
Οι ρωμαιοκαθολικοί χριστιανοί αναμφίβολα είναι αδελφοί και συνάνθρωποί μας και, ως προς την πίστη και το ήθος, παρόμοιοι με εμάς. Τους αγκαλιάζουμε, και πρέπει να τους αγκαλιάζουμε, 100% με αγάπη Χριστού. Όμως
πρέπει να γνωρίζουν ότι, από θρησκευτική άποψη, η Οργάνωση, στην οποία
ανήκουν (η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία), δεν διαφύλαξε και δεν διαφυλάσσει
εδώ και χίλια χρόνια την αυθεντικότητα του χριστιανισμού. Δεν είναι
καθόλου συνέχεια της αρχαίας Εκκλησίας, αλλά εκτροπή από αυτήν. Οι
δυτικοευρωπαίοι χριστιανοί άγιοι των πρώτων χιλίων χρόνων του
χριστιανισμού ανήκουν στην ίδια πνευματική παράδοση με τους ορθόδοξους
αγίους όλων των εποχών, μέχρι και σήμερα, και όχι με τους χριστιανούς
των ίδιων δυτικοευρωπαϊκών χωρών, που έζησαν την επόμενη χιλιετία, όταν
πλέον είχε επικρατήσει ο Καθολικισμός.
Τεκμηριώνω
τα παραπάνω επικαλούμενος τη μαρτυρία πολλών ρωμαιοκαθολικών (αλλά και
προτεσταντών), που έγιναν ορθόδοξοι χριστιανοί μετά από προσεκτική και
σοβαρή
έρευνα των πηγών του αρχαίου χριστιανισμού, όπως ο δολοφονημένος
επίσκοπος
Ναζιανζού Παύλος ντε Μπαγεστέρ, οι πατέρες Σεραφείμ Μπέλ, Γαβριήλ Μπουνγκ, Πλακίδας Ντεσέιγ και αναρίθμητοι άλλοι.
Ως ορθόδοξος χριστιανός, και τον ίδιο τον πάπα τον αγαπώ.
Γι' αυτό και εύχομαι - και του προτείνω, αν και ξέρω ότι είναι μάταιο -
να επιστρέψει στην αρχαία παραδοση του χριστιανισμού, την Ορθοδοξία,
ώστε να σωθεί ο ίδιος και όλοι οι συνεργάτες του και τα μέλη της
θρησκευτικής οργάνωσης που ονομάζεται Καθολική ή Ρωμαιοκαθολική
Εκκλησία.
Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία χωρίζεται με αβυσσαλέο χάσμα από την Ορθόδοξη. Οι ρωμαιοκαθολικοί επίσκοποι, τα τελευταία χρόνια, προβάλλουν τον ισχυρισμό ότι "είμαστε πολύ κοντά". Κάθε άλλο. Ο Θεός των ρωμαιοκαθολικών είναι ένας αυστηρός δικαστής, που κρίνει τον άνθρωπο και είτε τον αθωώνει, είτε τον καταδικάζει, κυριολεκτικά, σε αιώνια τιμωρία. Αντίθετα, ο Θεός των ορθοδόξων δεν κρίνει κυριολεκτικά τον άνθρωπο, αλλά τον καλεί να ενωθεί μαζί Του και να φτάσει σε κατάσταση θέωσης, που είναι η αγιότητα. Η πεισματική άρνηση της αγάπης του Θεού από τον αμετανόητο άνθρωπο, μετατρέπει σε κόλαση την παρουσία του θείου Φωτός στη ζωή αυτού του ανθρώπου, ενώ ο Θεός θέλει όλοι οι άνθρωποι να βρίσκονται στον παράδεισο.
Κατά τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, ο Χριστός έγινε άνθρωπος, για να τιμωρηθεί αντί για τους ανθρώπους, ώστε να ικανοποιηθεί η δικαιοσύνη του Πατέρα Του, που είχε προσβληθεί λόγω του προπατορικού αμαρτήματος. Κατά την Ορθόδοξη Εκκλησία (όπως και τους αρχαίους χριστιανούς), ο Χριστός έγινε άνθρωπος, επειδή ο Τριαδικός Θεός αγαπάει τόσο πολύ τον κόσμο, ώστε από την αρχή των αιώνων (ή, πιο σωστά, προαιώνια) είχε την επιθυμία να ενωθεί με τους ανθρώπους και να τους καλέσει σε ένωση με Αυτόν. Όμως ένωση του ανθρώπου με το Θεό, κατά τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, δεν υφίσταται, μόνο δίκη και καταδίκη ή αθώωση του ανθρώπου από το Θεό.
Αυτή η ιδέα - η οποία συνδέεται με πολλές άλλες θεολογικές και φιλοσοφικές διαφορές μεταξύ ορθοδόξων και ρωμαιοκαθολικών - είναι η αιτία για τη σκληρή στάση του Καθολικισμού απέναντι στους ανθρώπους ήδη από την εποχή του Μεσαίωνα. Δεν είμαστε λοιπόν καθόλου κοντά με τους ρωμαιοκαθολικούς.