Εισαγωγή του ιστολογίου μας: Η προγραμματισμένη να συγκληθεί στην Κρήτη το καλοκαίρι του 2016 Αγία και Μεγάλη Σύνοδος της Ορθοδόξου Εκκλησίας έχει ήδη δεχτεί βροχή πυρών από παραδοσιακούς ορθόδοξους χριστιανούς, που εντοπίζουν τα τρωτά σημεία της διοργάνωσης, καθώς και οικουμενιστικά ανοίγματα στα κείμενα ιεραρχών με σημαντική θέση σ' αυτήν, όπως ο επίσκοπος Περγάμου Ιωάννης, ο μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος, αλλά και ο ίδιος ο Οικουμενικός Πατριάρχης.
Η κριτική θεωρώ ότι είναι απαραίτητη, για να γνωρίζουν οι συνοδικοί ιεράρχες όλων των ορθοδόξων χωρών ότι η Σύνοδος δεν είναι στο απυρόβλητο. Μια Σύνοδος που θα αποδειχθεί "ληστρική", θα ακυρωθεί στην πράξη και οι αποφάσεις της "δεν θα περάσουν", όπως συνέβη με άλλες συνόδους, στο παρελθόν, όπως η εικονομαχική Σύνοδος της Ιερείας, τον 8ο αι. μ.Χ., η Σύνοδος της Λυών και η Σύνοδος της Φερράρας & Φλωρεντίας (που κήρυξαν ένωση με τους παπικούς υπό την κηδεμονία του Πάπα), μα και άλλες σύνοδοι που διακήρυξαν αιρετικά δόγματα. Ο Θεός και ο ορθόδοξος λαός (ο φύλακας της πίστης, σύμφωνα με την Εγκύκλιο των Ορθοδόξων Πατριαρχών της 6 Μαΐου 1848 - βλ. εδώ, κεφ. 4) δεν θα το επιτρέψουν.
Όμως, καλό είναι, νομίζω, να μην προδικάζουμε με βεβαιότητα την αποτυχία της Συνόδου. Εκεί μπορεί να πρυτανεύσει η γνώμη αγίων ιεραρχών και, διά της χάριτος του Θεού, να ληφθούν ορθές αποφάσεις. Ας αφήσουμε χώρο και στο Άγιο Πνεύμα και ας προσευχόμαστε με αγάπη, όχι μόνο να κρίνουμε και μάλιστα να προκρίνουμε.
Και στις αρχαίες Οικ. Συνόδους, επίσης, δεν συμμετείχαν συνήθως όλοι οι επίσκοποι, ούτε όλοι οι πατριάρχες (& οι ορθόδοξοι Πάπες). Σε κάποιες σύνοδοι συνέβησαν και παρατράγουδα, π.χ. Β΄ και Γ΄ Οικουμενική. Κι όμως και αυτές ορθοτόμησαν τον λόγο της αληθείας.
Τέλος, δεν είναι απίθανο, ένα άνοιγμα προς τους ρωμαιοκαθολικούς και προτεστάντες χριστιανούς, που αρχικά θα φανεί οικουμενιστικό και μειοδοτικό της αλήθειας, να τους οδηγήσει τελικά σε μια επιστροφή στις ορθόδοξες ρίζες τους, και να μην είναι στ' αλήθεια οικουμενιστικό, όπως συνέβη με το άνοιγμα του Μ. Βασιλείου προς τους πνευματομάχους (εξαιτίας των οποίων απέφυγε να χαρακτηρίσει το Άγιο Πνεύμα "ομοούσιον τω Πατρί") και με την επιείκεια του αγίου Κυρίλλου προς τους νεστοριανούς (επιλογές, για τις οποίες κατακρίθηκαν τότε αυτοί οι μεγάλοι Πατέρες), αλλά και με την επιείκεια της Εκκλησίας του 8ου και 9ου αι. προς τους εικονομάχους. Αλλά και με το άνοιγμα του αποστόλου Παύλου προς τους εθνικούς, τους οποίους βάπτιζε χωρίς να προηγηθεί περιτομή και πολεμήθηκε σφόδρα γι' αυτό από ιουδαιοχριστιανούς, όχι αυθαίρετα, αλλά επί τη βάση της Παλαιάς Διαθήκης!
Αναρωτιέμαι, τι στάση θα τηρούσαμε αν ζούσαμε εκείνες τις εποχές; Θα διαβλέπαμε θεοπνευστία και αγιότητα στις ριψοκίνδυνες επιλογές των αγίων ή θα τους επικρίναμε μαζί με τους λοιπούς επικριτές τους;
Ας μην είμαστε λοιπόν τόσο βέβαιοι ότι πίσω από τα τεκταινόμενα κρύβεται προδοσία της αλήθειας.
Ας εκφράζουμε την ανησυχία μας, επαναλαμβάνω ότι είναι απαραίτητο προς ώφελος της ίδιας της Συνόδου, αλλά ας μην προδικάζουμε με τόση βεβαιότητα την αποτυχία της.
Προς τους παλαιοημερολογίτες αδελφούς μας έχω να επισημάνω ότι οι ογκώδεις αντιδράσεις, που παρατηρούμε για τη μελλοντική Σύνοδο (και οι οποίες πιθανόν να επηρεάσουν τις εξελίξεις), προέρχονται πρωτίστως από το χώρο του νέου ημερολογίου. Ας το λάβουν υπόψιν και ας μη φρονούν, παρακαλώ, ότι "είμαστε οικουμενιστές και αιρετικοί" και ότι εκείνοι μόνοι διασώζουν την Ορθοδοξία και την αυθεντικότητά της...
Πρωτοπρεσβύτερος Πέτρος Χίρς, Διδάκτωρ Θεολογίας
π. Πέτρος Χίρς: Ένα σύντομο σχόλιο για το «κοινόν ποτήριον» και τα βήματα προς την ενότητα της Ορθοδοξίας με την ετεροδοξία..
Στην καλή ανησυχία, που καλλιεργείται από ορισμένους Ορθοδόξους, σχετικά με την «παναίρεση» του οικουμενισμού (την εκκλησιολογική-θεολογική άρνηση της υπάρξεως μίας Εκκλησίας, η οποία είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία), ακούει κανείς συχνά μια κοφτή απάντηση: ότι «αυτό δεν θα συμβεί ποτέ», «δεν υπάρχει καμμία περίπτωση να έλθουμε εμείς σε κοινωνία με τη Ρώμη», κ.ο.κ.
Αυτός ο καθησυχαστικός τρόπος αποσκοπεί να μας βάλει σε εφησυχασμό και να επικεντρώσει τις αγωνίες μας μόνον στο ζήτημα του «κοινού ποτηρίου».
Μολαταύτα, ούτε τώρα ούτε κατά τα προηγούμενα, 30 και παραπάνω, χρόνια ήταν αυτό το διακύβευμα· στην πραγματικότητα άλλο είναι το τρέχον επίμαχο ζήτημα.
Ακόμη κι αν δεν έλθουμε ποτέ σε κοινωνία με οποιονδήποτε ετερόδοξο, η πιθανότητα να υιοθετηθεί μια αιρετική εκκλησιολογία είναι υπαρκτή....
Ιδού, ένας τρόπος να κατανοήσουμε αυτό που συμβαίνει και πώς ο εχθρός μας προετοιμάζει για να αποδεχθούμε μια αιρετική εκκλησιολογία και συνακόλουθα μια ψευδοένωση...
Έτσι εξηγώ την κατάσταση σε ορισμένους από τους ενορίτες μου: αυτή τη στιγμή η οικουμενιστική νοοτροπία θέλει να μας κάνει να πιστέψουμε ότι είμαστε μνηστευμένοι με τον Παπικό Προτεσταντικό, δηλ. τον Καθολικισμό. Έτσι, τους ακούτε συχνά να λένε ότι έχουμε την ίδια πίστη αλλά, δυστυχώς, δεν μπορούμε να μεταλαμβάνουμε μαζί.
Το επόμενο βήμα είναι να αναγνωρίσουμε, εν συνόδω, ότι είμαστε «εκκλησία» αμφότεροι, παρότι η μία πλευρά είναι περισσότερο από την άλλη (εξαρτάται από την οπτική γωνία). Αυτό ισοδυναμεί με γάμο, δηλ. με αναγνώριση των μυστηρίων και του εκκλησιαστικού χαρακτήρα (ecclesiality). Αυτό λοιπόν επιτυγχάνει ουσιαστικά, παρότι διστακτικά και με διγλωσσία, το κείμενο «σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον χριστιανικό κόσμο».
Από τη στιγμή που τελεστεί ο γάμος, είναι ζήτημα χρόνου μέχρι το ζευγάρι των νεονύμφων να αποσυρθεί στα ενδότερα και να ολοκληρώσει τη σχέση του. Αυτό είναι το κοινόν ποτήριον.
Είτε αυτό έλθει λίγο αργότερα ή πιο σύντομα ή και καθόλου, δεν έχει μεγάλη σημασία, διότι ο γάμος είναι το κλειδί που δίνει τέλος στον χωρισμό. Μην προσηλώνεστε στο ζήτημα της ολοκλήρωσης.
Η αναγνώριση των μυστηρίων και του «εκκλησιαστικού χαρακτήρα» είναι το παν εδώ.
_________________________________________________
Ο καθηγητής κ. Τσελεγγίδης, ο μητροπολίτης Λεμεσού Κύπρου Αθανάσιος, o μητροπολίτης Ιερόθεος Ναυπάκτου, ο πατήρ Θεόδωρος Ζήσης – άπαντες πολύ σεβαστοί και έμπειροι περί τα εκκλησιαστικά (και συνδεόμενοι με σύγχρονους αγίους) – βλέπουν να συντελείται ακριβώς αυτή η «αναθεώρηση» της εκκλησιολογίας της Εκκλησίας και το επισημαίνουν ρητώς στα κείμενά τους.
Το σημείο που υπογραμμίζουν είναι το εξής: Το προσυνοδικό κείμενο ομιλεί για Εκκλησίες και ουδεμία αναφορά κάνει σε αιρετικούς ή σχισματικούς. Εντούτοις, η διαχρονική ανά τους αιώνες Ορθόδοξη κατηγοριοποίηση, από την εποχή τουλάχιστον του Πρώτου Κανόνα του αγίου Βασιλείου του Μεγάλου είναι: 1) η Εκκλησία, 2) το Σχίσμα, 3) η Αίρεση και 4) οι Παρασυναγωγές. Δεν υπάρχουν άλλες «εκκλησίες» εκτός της Μίας Εκκλησίας. Επομένως, το προσυνοδικό κείμενο, μπορεί ορθώς να ερμηνευθεί ως η έκφραση μιας άλλης εκκλησιολογίας. Δεν είναι ίσως η χονδροειδής αγγλικανική Θεωρία των Κλάδων, αλλά αν αφήνει περιθώριο για «ετερόδοξες εκκλησίες» σε οποιαδήποτε μορφή ή «βαθμό», ασφαλώς αυτό δεν είναι η Ορθόδοξη εκκλησιολογία. –
__________________________________________________
Τίθενται εδώ δύο διαφορετικά ζητήματα σε ο,τι αφορά την αποδοχή των μεταστραφέντων. Εν πρώτοις, είναι το θέμα του πώς κατανοούμε την εκκλησία, τα όρια Της και τους εκτός των ορίων Αυτής ευρισκομένους σε αίρεση ή σχίσμα · κοντολογίς, πώς κατανοούμε την εκκλησιολογία. Κατά δεύτερον, είναι το θέμα του πώς γίνονται δεκτοί οι μεταστραφέντες, δηλαδή είναι ζήτημα ποιμαντικό, σε περίπτωση που αυτοί «οικονομούνται».
Σύγχυση ανακύπτει σε δύο σημεία συνήθως: 1) σε ποια βάση μπορεί να εφαρμοσθεί «οικονομία», δηλαδή σε ποια βάση μπορεί κανείς να αποκλίνει από την κανονικότητα του βαπτίσματος; 2) τι σημαίνει αυτή η απόκλιση, αν σημαίνει κάτι, σε σχέση με την κατανόησή μας της εκκλησιολογίας και την κατανόησή μας του τι συνιστούν οι ετερόδοξες ομολογίες;
Ευθύς εξ αρχής, είναι ανάγκη να διευκρινιστούν κάποια βασικά θέματα:
1) Οι κανόνες της Εκκλησίας δεν αιτιολογούνται, με άλλα λόγια οι Ορθόδοξοι δεν ανέπτυξαν ποτέ μια «θεολογία του σχίσματος», όπως αντιθέτως αυτό επιχειρήθηκε στους κύκλους αγγλικανών και ρωμαιοκαθολικών τα τελευταία 100 χρόνια.
2) Η Εκκλησιολογία δεν μπορεί ποτέ να θεμελιωθεί ή να βασιστεί στην «οικονομία». Ή, για να το θέσουμε διαφορετικά, η εξαίρεση δεν μπορεί ποτέ να γίνει ο κανόνας ή η βάση για την ανάπτυξη του κανόνα.
3) Η Εκκλησία, που είναι σε τελική ανάλυση ο ίδιος ο Χριστός (αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος), στο πρόσωπο του επισκόπου, είναι πάντοτε ελεύθερη και δεν μπορεί ποτέ να περιοριστεί από τους δικούς της νόμους. Με άλλα λόγια, ο νομοθέτης είναι ανώτερος του νόμου και πάντοτε ελεύθερος να αποκλίνει από αυτόν – προκειμένου να τον εκπληρώσει δι’ άλλης οδού (παράδειγμα: ο ίδιος ο Κύριος, ο Οποίος είπε εάν μη τις γεννηθή εξ ύδατος και Πνεύματος, ου δύναται εισελθείν εις την βασιλείαν του Θεού [Ιω. 3, 5], είπε στον ληστή επί του Σταυρού, σήμερον μετ ' ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ Παραδείσῳ [Λουκ. 23, 43]).
4) Ωστόσο, αυτό δεν υπονοεί αναρχία ή αυθαιρεσία. Εάν πράγματι είναι «οικονομία» είναι ασφαλώς σωτηριώδης! Έτσι ο επίσκοπος είναι ελεύθερος, αλλά ελεύθερος εντός των ορίων στα οποία οι αποκλίσεις του από τον κανόνα επιφέρουν τη σωτηρία, ήτοι στα όρια της ακρίβειας.
5) Έτσι η Οικονομία, αν είναι αληθινά σωτηριώδης οικονομία, έχει προϋποθέσεις σε κάθε περίπτωση. Στην περίπτωση της εισδοχής των μεταστραφέντων, όπως φαίνεται στην πρακτική της Εκκλησίας και στην ερμηνεία της πρακτικής αυτής από τους Πατέρες, η μόνη συνεπής προς την οικονομία προϋπόθεση, ώστε να έχει ευλογία (πέραν των εξαιρετικών περιπτώσεων), ήταν όχι η θεολογική εγγύτητα με την Ορθοδοξία, αλλά το εάν τηρήθηκε ο τύπος του μυστηρίου.
Έτσι, λόγου χάριν, στον Έβδομο Κανόνα της Β' Οικουμενικής Συνόδου και στον 95ο κανόνα της Πενθέκτης Οικουμενικής, υπάρχει ξεχωριστή μνεία των Ευνομιανών, ως χρηζόντων αποδοχής δια του Βαπτίσματος, διότι δεν τηρήθηκε στην περίπτωσή τους η τριπλή κατάδυση.
Σύγχυση προκαλείται όταν διαφορετικές προϋποθέσεις τίθενται για την εφαρμογή της «οικονομίας» ή, πολύ χειρότερα, όταν η οικονομία χρησιμεύει ως βάση για εκκλησιολογία.
Ωστόσο, στην πράξη, υπάρχει μια νόμιμη ποικιλομορφία, η οποία εξαρτάται από τις ιστορικές συνθήκες και πρακτικές των Ορθοδόξων, χωρίς αυτό να υπονοεί μια μεταβολή στην εκκλησιολογία. Πράγματι, η εκκλησιολογία, ως επέκταση της Χριστολογίας μας, δεν μπορεί ποτέ να αλλάξει, διότι είναι μία Θεανθρώπινη πραγματικότητα, ένα ουράνιο δεδομένο.
Δείτε επίσης:
Οι ορθόδοξες ρίζες της Δύσης ως παράγοντας πανευρωπαϊκής ενότητας
Η Εγκύκλιος των Ορθοδόξων Πατριαρχών της Ανατολής του 1848
Οι κακοδοξίες του παπισμού
Αλλά και:
Σχόλιο Π. κοινωνίας: Δείτε και την εξαιρετική ομιλία του π. Πέτρου Χίρς που έγινε τον Δεκέμβριο του 2014 στην Πάτρα, διοργανούμενη από την Χριστιανική Εστία Πατρών.
Πρωτοφανούς σπουδαιότητος ανάλυση... Πώς έγινα Ορθόδοξος!
Αφίσα ημερίδας για την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο, που συνδιοργανώνεται το Μάρτιο 2016 από μητροπόλεις, κληρικούς και λαϊκούς της Εκκλησίας της Ελλάδος (ν.ημ.). Το πρόγραμμα εδώ.
Η κριτική θεωρώ ότι είναι απαραίτητη, για να γνωρίζουν οι συνοδικοί ιεράρχες όλων των ορθοδόξων χωρών ότι η Σύνοδος δεν είναι στο απυρόβλητο. Μια Σύνοδος που θα αποδειχθεί "ληστρική", θα ακυρωθεί στην πράξη και οι αποφάσεις της "δεν θα περάσουν", όπως συνέβη με άλλες συνόδους, στο παρελθόν, όπως η εικονομαχική Σύνοδος της Ιερείας, τον 8ο αι. μ.Χ., η Σύνοδος της Λυών και η Σύνοδος της Φερράρας & Φλωρεντίας (που κήρυξαν ένωση με τους παπικούς υπό την κηδεμονία του Πάπα), μα και άλλες σύνοδοι που διακήρυξαν αιρετικά δόγματα. Ο Θεός και ο ορθόδοξος λαός (ο φύλακας της πίστης, σύμφωνα με την Εγκύκλιο των Ορθοδόξων Πατριαρχών της 6 Μαΐου 1848 - βλ. εδώ, κεφ. 4) δεν θα το επιτρέψουν.
Όμως, καλό είναι, νομίζω, να μην προδικάζουμε με βεβαιότητα την αποτυχία της Συνόδου. Εκεί μπορεί να πρυτανεύσει η γνώμη αγίων ιεραρχών και, διά της χάριτος του Θεού, να ληφθούν ορθές αποφάσεις. Ας αφήσουμε χώρο και στο Άγιο Πνεύμα και ας προσευχόμαστε με αγάπη, όχι μόνο να κρίνουμε και μάλιστα να προκρίνουμε.
Και στις αρχαίες Οικ. Συνόδους, επίσης, δεν συμμετείχαν συνήθως όλοι οι επίσκοποι, ούτε όλοι οι πατριάρχες (& οι ορθόδοξοι Πάπες). Σε κάποιες σύνοδοι συνέβησαν και παρατράγουδα, π.χ. Β΄ και Γ΄ Οικουμενική. Κι όμως και αυτές ορθοτόμησαν τον λόγο της αληθείας.
Τέλος, δεν είναι απίθανο, ένα άνοιγμα προς τους ρωμαιοκαθολικούς και προτεστάντες χριστιανούς, που αρχικά θα φανεί οικουμενιστικό και μειοδοτικό της αλήθειας, να τους οδηγήσει τελικά σε μια επιστροφή στις ορθόδοξες ρίζες τους, και να μην είναι στ' αλήθεια οικουμενιστικό, όπως συνέβη με το άνοιγμα του Μ. Βασιλείου προς τους πνευματομάχους (εξαιτίας των οποίων απέφυγε να χαρακτηρίσει το Άγιο Πνεύμα "ομοούσιον τω Πατρί") και με την επιείκεια του αγίου Κυρίλλου προς τους νεστοριανούς (επιλογές, για τις οποίες κατακρίθηκαν τότε αυτοί οι μεγάλοι Πατέρες), αλλά και με την επιείκεια της Εκκλησίας του 8ου και 9ου αι. προς τους εικονομάχους. Αλλά και με το άνοιγμα του αποστόλου Παύλου προς τους εθνικούς, τους οποίους βάπτιζε χωρίς να προηγηθεί περιτομή και πολεμήθηκε σφόδρα γι' αυτό από ιουδαιοχριστιανούς, όχι αυθαίρετα, αλλά επί τη βάση της Παλαιάς Διαθήκης!
Αναρωτιέμαι, τι στάση θα τηρούσαμε αν ζούσαμε εκείνες τις εποχές; Θα διαβλέπαμε θεοπνευστία και αγιότητα στις ριψοκίνδυνες επιλογές των αγίων ή θα τους επικρίναμε μαζί με τους λοιπούς επικριτές τους;
Ας μην είμαστε λοιπόν τόσο βέβαιοι ότι πίσω από τα τεκταινόμενα κρύβεται προδοσία της αλήθειας.
Ας εκφράζουμε την ανησυχία μας, επαναλαμβάνω ότι είναι απαραίτητο προς ώφελος της ίδιας της Συνόδου, αλλά ας μην προδικάζουμε με τόση βεβαιότητα την αποτυχία της.
Προς τους παλαιοημερολογίτες αδελφούς μας έχω να επισημάνω ότι οι ογκώδεις αντιδράσεις, που παρατηρούμε για τη μελλοντική Σύνοδο (και οι οποίες πιθανόν να επηρεάσουν τις εξελίξεις), προέρχονται πρωτίστως από το χώρο του νέου ημερολογίου. Ας το λάβουν υπόψιν και ας μη φρονούν, παρακαλώ, ότι "είμαστε οικουμενιστές και αιρετικοί" και ότι εκείνοι μόνοι διασώζουν την Ορθοδοξία και την αυθεντικότητά της...
Ορθόδοξη εκκλησιολογία και επερχόμενη Σύνοδος
Πρωτοπρεσβύτερος Πέτρος Χίρς, Διδάκτωρ Θεολογίας
''Σχόλια για την Ορθόδοξη εκκλησιολογία και τις αποκλίσεις απ' αυτήν
με αιχμή την "οικονομία" και με δούρειο ίππο τον οικουμενισμό...''
Από το ιστολόγιο Πνεύματος κοινωνίαπ. Πέτρος Χίρς: Ένα σύντομο σχόλιο για το «κοινόν ποτήριον» και τα βήματα προς την ενότητα της Ορθοδοξίας με την ετεροδοξία..
Στην καλή ανησυχία, που καλλιεργείται από ορισμένους Ορθοδόξους, σχετικά με την «παναίρεση» του οικουμενισμού (την εκκλησιολογική-θεολογική άρνηση της υπάρξεως μίας Εκκλησίας, η οποία είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία), ακούει κανείς συχνά μια κοφτή απάντηση: ότι «αυτό δεν θα συμβεί ποτέ», «δεν υπάρχει καμμία περίπτωση να έλθουμε εμείς σε κοινωνία με τη Ρώμη», κ.ο.κ.
Αυτός ο καθησυχαστικός τρόπος αποσκοπεί να μας βάλει σε εφησυχασμό και να επικεντρώσει τις αγωνίες μας μόνον στο ζήτημα του «κοινού ποτηρίου».
Μολαταύτα, ούτε τώρα ούτε κατά τα προηγούμενα, 30 και παραπάνω, χρόνια ήταν αυτό το διακύβευμα· στην πραγματικότητα άλλο είναι το τρέχον επίμαχο ζήτημα.
Ακόμη κι αν δεν έλθουμε ποτέ σε κοινωνία με οποιονδήποτε ετερόδοξο, η πιθανότητα να υιοθετηθεί μια αιρετική εκκλησιολογία είναι υπαρκτή....
Ιδού, ένας τρόπος να κατανοήσουμε αυτό που συμβαίνει και πώς ο εχθρός μας προετοιμάζει για να αποδεχθούμε μια αιρετική εκκλησιολογία και συνακόλουθα μια ψευδοένωση...
Έτσι εξηγώ την κατάσταση σε ορισμένους από τους ενορίτες μου: αυτή τη στιγμή η οικουμενιστική νοοτροπία θέλει να μας κάνει να πιστέψουμε ότι είμαστε μνηστευμένοι με τον Παπικό Προτεσταντικό, δηλ. τον Καθολικισμό. Έτσι, τους ακούτε συχνά να λένε ότι έχουμε την ίδια πίστη αλλά, δυστυχώς, δεν μπορούμε να μεταλαμβάνουμε μαζί.
Το επόμενο βήμα είναι να αναγνωρίσουμε, εν συνόδω, ότι είμαστε «εκκλησία» αμφότεροι, παρότι η μία πλευρά είναι περισσότερο από την άλλη (εξαρτάται από την οπτική γωνία). Αυτό ισοδυναμεί με γάμο, δηλ. με αναγνώριση των μυστηρίων και του εκκλησιαστικού χαρακτήρα (ecclesiality). Αυτό λοιπόν επιτυγχάνει ουσιαστικά, παρότι διστακτικά και με διγλωσσία, το κείμενο «σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον χριστιανικό κόσμο».
Από τη στιγμή που τελεστεί ο γάμος, είναι ζήτημα χρόνου μέχρι το ζευγάρι των νεονύμφων να αποσυρθεί στα ενδότερα και να ολοκληρώσει τη σχέση του. Αυτό είναι το κοινόν ποτήριον.
Είτε αυτό έλθει λίγο αργότερα ή πιο σύντομα ή και καθόλου, δεν έχει μεγάλη σημασία, διότι ο γάμος είναι το κλειδί που δίνει τέλος στον χωρισμό. Μην προσηλώνεστε στο ζήτημα της ολοκλήρωσης.
Η αναγνώριση των μυστηρίων και του «εκκλησιαστικού χαρακτήρα» είναι το παν εδώ.
_________________________________________________
Ο καθηγητής κ. Τσελεγγίδης, ο μητροπολίτης Λεμεσού Κύπρου Αθανάσιος, o μητροπολίτης Ιερόθεος Ναυπάκτου, ο πατήρ Θεόδωρος Ζήσης – άπαντες πολύ σεβαστοί και έμπειροι περί τα εκκλησιαστικά (και συνδεόμενοι με σύγχρονους αγίους) – βλέπουν να συντελείται ακριβώς αυτή η «αναθεώρηση» της εκκλησιολογίας της Εκκλησίας και το επισημαίνουν ρητώς στα κείμενά τους.
Το σημείο που υπογραμμίζουν είναι το εξής: Το προσυνοδικό κείμενο ομιλεί για Εκκλησίες και ουδεμία αναφορά κάνει σε αιρετικούς ή σχισματικούς. Εντούτοις, η διαχρονική ανά τους αιώνες Ορθόδοξη κατηγοριοποίηση, από την εποχή τουλάχιστον του Πρώτου Κανόνα του αγίου Βασιλείου του Μεγάλου είναι: 1) η Εκκλησία, 2) το Σχίσμα, 3) η Αίρεση και 4) οι Παρασυναγωγές. Δεν υπάρχουν άλλες «εκκλησίες» εκτός της Μίας Εκκλησίας. Επομένως, το προσυνοδικό κείμενο, μπορεί ορθώς να ερμηνευθεί ως η έκφραση μιας άλλης εκκλησιολογίας. Δεν είναι ίσως η χονδροειδής αγγλικανική Θεωρία των Κλάδων, αλλά αν αφήνει περιθώριο για «ετερόδοξες εκκλησίες» σε οποιαδήποτε μορφή ή «βαθμό», ασφαλώς αυτό δεν είναι η Ορθόδοξη εκκλησιολογία. –
__________________________________________________
Τίθενται εδώ δύο διαφορετικά ζητήματα σε ο,τι αφορά την αποδοχή των μεταστραφέντων. Εν πρώτοις, είναι το θέμα του πώς κατανοούμε την εκκλησία, τα όρια Της και τους εκτός των ορίων Αυτής ευρισκομένους σε αίρεση ή σχίσμα · κοντολογίς, πώς κατανοούμε την εκκλησιολογία. Κατά δεύτερον, είναι το θέμα του πώς γίνονται δεκτοί οι μεταστραφέντες, δηλαδή είναι ζήτημα ποιμαντικό, σε περίπτωση που αυτοί «οικονομούνται».
Σύγχυση ανακύπτει σε δύο σημεία συνήθως: 1) σε ποια βάση μπορεί να εφαρμοσθεί «οικονομία», δηλαδή σε ποια βάση μπορεί κανείς να αποκλίνει από την κανονικότητα του βαπτίσματος; 2) τι σημαίνει αυτή η απόκλιση, αν σημαίνει κάτι, σε σχέση με την κατανόησή μας της εκκλησιολογίας και την κατανόησή μας του τι συνιστούν οι ετερόδοξες ομολογίες;
Ευθύς εξ αρχής, είναι ανάγκη να διευκρινιστούν κάποια βασικά θέματα:
1) Οι κανόνες της Εκκλησίας δεν αιτιολογούνται, με άλλα λόγια οι Ορθόδοξοι δεν ανέπτυξαν ποτέ μια «θεολογία του σχίσματος», όπως αντιθέτως αυτό επιχειρήθηκε στους κύκλους αγγλικανών και ρωμαιοκαθολικών τα τελευταία 100 χρόνια.
2) Η Εκκλησιολογία δεν μπορεί ποτέ να θεμελιωθεί ή να βασιστεί στην «οικονομία». Ή, για να το θέσουμε διαφορετικά, η εξαίρεση δεν μπορεί ποτέ να γίνει ο κανόνας ή η βάση για την ανάπτυξη του κανόνα.
3) Η Εκκλησία, που είναι σε τελική ανάλυση ο ίδιος ο Χριστός (αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος), στο πρόσωπο του επισκόπου, είναι πάντοτε ελεύθερη και δεν μπορεί ποτέ να περιοριστεί από τους δικούς της νόμους. Με άλλα λόγια, ο νομοθέτης είναι ανώτερος του νόμου και πάντοτε ελεύθερος να αποκλίνει από αυτόν – προκειμένου να τον εκπληρώσει δι’ άλλης οδού (παράδειγμα: ο ίδιος ο Κύριος, ο Οποίος είπε εάν μη τις γεννηθή εξ ύδατος και Πνεύματος, ου δύναται εισελθείν εις την βασιλείαν του Θεού [Ιω. 3, 5], είπε στον ληστή επί του Σταυρού, σήμερον μετ ' ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ Παραδείσῳ [Λουκ. 23, 43]).
4) Ωστόσο, αυτό δεν υπονοεί αναρχία ή αυθαιρεσία. Εάν πράγματι είναι «οικονομία» είναι ασφαλώς σωτηριώδης! Έτσι ο επίσκοπος είναι ελεύθερος, αλλά ελεύθερος εντός των ορίων στα οποία οι αποκλίσεις του από τον κανόνα επιφέρουν τη σωτηρία, ήτοι στα όρια της ακρίβειας.
5) Έτσι η Οικονομία, αν είναι αληθινά σωτηριώδης οικονομία, έχει προϋποθέσεις σε κάθε περίπτωση. Στην περίπτωση της εισδοχής των μεταστραφέντων, όπως φαίνεται στην πρακτική της Εκκλησίας και στην ερμηνεία της πρακτικής αυτής από τους Πατέρες, η μόνη συνεπής προς την οικονομία προϋπόθεση, ώστε να έχει ευλογία (πέραν των εξαιρετικών περιπτώσεων), ήταν όχι η θεολογική εγγύτητα με την Ορθοδοξία, αλλά το εάν τηρήθηκε ο τύπος του μυστηρίου.
Έτσι, λόγου χάριν, στον Έβδομο Κανόνα της Β' Οικουμενικής Συνόδου και στον 95ο κανόνα της Πενθέκτης Οικουμενικής, υπάρχει ξεχωριστή μνεία των Ευνομιανών, ως χρηζόντων αποδοχής δια του Βαπτίσματος, διότι δεν τηρήθηκε στην περίπτωσή τους η τριπλή κατάδυση.
Σύγχυση προκαλείται όταν διαφορετικές προϋποθέσεις τίθενται για την εφαρμογή της «οικονομίας» ή, πολύ χειρότερα, όταν η οικονομία χρησιμεύει ως βάση για εκκλησιολογία.
Ωστόσο, στην πράξη, υπάρχει μια νόμιμη ποικιλομορφία, η οποία εξαρτάται από τις ιστορικές συνθήκες και πρακτικές των Ορθοδόξων, χωρίς αυτό να υπονοεί μια μεταβολή στην εκκλησιολογία. Πράγματι, η εκκλησιολογία, ως επέκταση της Χριστολογίας μας, δεν μπορεί ποτέ να αλλάξει, διότι είναι μία Θεανθρώπινη πραγματικότητα, ένα ουράνιο δεδομένο.
Δείτε επίσης:
Οι ορθόδοξες ρίζες της Δύσης ως παράγοντας πανευρωπαϊκής ενότητας
Η Εγκύκλιος των Ορθοδόξων Πατριαρχών της Ανατολής του 1848
Οι κακοδοξίες του παπισμού
Αλλά και:
Σχόλιο Π. κοινωνίας: Δείτε και την εξαιρετική ομιλία του π. Πέτρου Χίρς που έγινε τον Δεκέμβριο του 2014 στην Πάτρα, διοργανούμενη από την Χριστιανική Εστία Πατρών.
Πρωτοφανούς σπουδαιότητος ανάλυση... Πώς έγινα Ορθόδοξος!