Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2017

Ο ρόλος της Ουνίας στο διάλογο της Ορθόδοξης Εκκλησίας με τους Ρωμαιοκαθολικούς


Εισαγωγή του ιστολογίου μας: Το άρθρο αυτό, κατά τη γνώμη μας, φανερώνει πολύ καθαρά ότι - αν και αναμφίβολα υπάρχουν οικουμενιστές - η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν έχει πέσει συλλήβδην στην αίρεση του Οικουμενισμού, όπως νομίζουν και διατείνονται οι αδελφοί μας του πατρώου εορτολογίου.
Η αντιμετώπιση του Οικουμενισμού, ακόμη κι αν οδηγήσει ενίοτε ορθόδοξους χριστιανούς στη διακοπή της κοινωνίας με συγκεκριμένα εκκλησιαστικά πρόσωπα, δεν μπορεί να οδηγεί σε απόρριψη ολόκληρης της Εκκλησίας ως "αιρετικής" ή "σχισματικής" και ίδρυσης νέας, "γνήσιας" Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Η ΠΟΡΕΙΑ ΤΩΝ ΘΕΟΛΟΓΙΚΩΝ ΔΙΑΛΟΓΩΝ ΣΗΜΕΡΑ

του Σεβ. Μητροπολίτου Αττικής κ. Παντελεήμονος

Β΄ Ὁ Θεολογικός Διάλογος μετά τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν

Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος

Ὁ Θεολογικός Διάλογος μεταξύ Ὀρθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικῶν ἄρχισε ἐπισήμως τό 1980 στήν ἱερή νῆσο Πάτμο καί στή συνέχεια στή Ρόδο. Προηγήθηκε ὁ Διάλογος τῆς Ἀγάπης, ὕστερα ἀπό τήν ἱστορική συνάντηση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρα καί τοῦ Πάπα Παύλου τοῦ ΣΤ΄ στά Ἱεροσόλυμα τόν Ἰανουάριο τοῦ 1964 καί οἱ ἐργασίες δύο Προπαρασκευαστικῶν Ἐπιτροπῶν, Ὀρθοδόξου καί Ρωμαιοκαθολικῆς, πού ἐργάσθηκαν κεχωρισμένα κατά τά ἔτη 1976 καί 1977 καί σέ κοινή συνάντηση στή Ρώμη τόν Ἰούνιο τοῦ 1978, κατά τήν ὁποία κατέληξαν σέ πλήρη συμφωνία γιά τήν θεματολογία καί μεθοδολογία τοῦ Διαλόγου. Κατά τήν συνάντηση στήν Πάτμο καί Ρόδο ὡς γενικό θέμα τῶν συζητήσεων ἐπελέγη “τό Μυστήριον τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς Θείας Εὐχαριστίας ὑπό τό φῶς τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἁγίας Τριάδος”. Τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἐξεπροσώπησαν ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Περιστερίου κ. Χρυσόστομος καί ὁ Καθηγητής κ. Μέγας Φαράντος, οἱ ὁποῖοι καί συνεχίζουν νά ἐκπροσωποῦν τήν Ἐκκλησία μας στόν Θεολογικό Διάλογο μέ τούς Ρωμαιοκαθολικούς.

Τό 1982 συνῆλθε στό Μόναχο ἡ Ὁλομέλεια τῆς Μικτῆς Θεολογικῆς Ἐπιτροπῆς, ὕστερα ἀπό τήν πρώτη συνάντησή της στήν Πάτμο και Ρόδο, καί ἐξέδωκε κοινό κείμενο γιά τό θέμα πού ἐξελέγη πρός συζήτηση κατά τήν πρώτη συνάντηση καί παραλλήλως ἀνέθεσε σέ ὑποεπιτροπές νά μελετήσουν διάφορες πτυχές τοῦ θέματος “Πίστις, Μυστήρια καί ἑνότης τῆς Ἐκκλησίας”.

Ἡ τρίτη Ὁλομέλεια τῆς Μικτῆς Θεολογικῆς Ἐπιτροπῆς συνῆλθε στήν Κρήτη τόν Ἰούνιο τοῦ 1983 καί ἐπεξεργάσθηκε τό πιό πάνω θέμα καί ἀκολούθησε ἡ τέταρτη Συνάντηση στό Μπάρι τῆς Ἰταλίας τό 1986, κατά τήν ὁποία ἄρχισαν νά ἐμφανίζονται στόν ὁρίζοντα τοῦ Διαλόγου τά πρῶτα σύννεφα. Στήν Συνάντηση τοῦ Μπάρι δέν ἔλαβαν μέρος οἱ Ἐκκλησίες Ρωσίας, Γεωργίας, Ἱεροσολύμων καί Ἑλλάδος. Ἡ ἀπουσία μάλιστα τῆς Ἐκκλησίας μας εἶχε τήν ἔννοια τῆς διαμαρτυρίας γιά διάφορες ἐνέργειες τοῦ Βατικανοῦ, μέ τίς ὁποῖες ἐστήριζε καί ἔμμεσα ἀναγνώριζε τήν σχισματική Ἐκκλησία τῶν Σκοπίων (ἔκθεση εἰκόνων τῆς “Μακεδονίας” στό Βατικανό, Οὐνία κ.λ.π.).

Ἡ πέμπτη Ὁλομέλεια τῆς Μικτῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Θεολογικοῦ Διαλόγου συνῆλθε τόν Ἰούνιο τοῦ 1988 στό Valaamo τῆς Φινλανδίας, ἐπεξεργάσθηκε καί ἐξέδωκε κοινό κείμενο γιά τό Μυστήριο τῆς Ἱερωσύνης καί τήν σημασία τῆς Ἀποστολικῆς Διαδοχῆς.

Τόν Ἰούνιο τοῦ 1990 συνῆλθε στο Freising τῆς Γερμανίας (πλησίον τοῦ Μονάχου) ἡ ἕκτη Ὁλομέλεια τῆς Μικτῆς Θεολογικῆς Ἐπιτροπῆς καί ἐπεξεργάσθηκε τό θέμα “Ἐκκλησιολογικαί καί Κανονικαί συνέπειαι τῆς Μυστηριακῆς Δομῆς τῆς Ἐκκλησίας, Συνοδικότης καί Αὐθεντία ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ”. Ἡ Συνάντηση τοῦ Freising ὑπῆρξε πολύ σημαντική γιά τούς Ὀρθοδόξους, διότι γιά πρώτη φορά ἐξεδόθη ἀπό τήν Μικτή Ἐπιτροπή τοῦ Θεολογικοῦ Διαλόγου κείμενο, μέ τό ὁποῖο κατεδικάζετο ἡ Οὐνία ὡς μέθοδος ἑνότητος, πού ἀντιβαίνει στήν κοινή Παράδοση τῶν δύο Ἐκκλησιῶν. Τό κείμενο αὐτό ἱκανοποιοῦσε πλήρως τούς Ὀρθοδόξους καί ἀποτελοῦσε σημαντικό σταθμό στήν πορεία τοῦ Διαλόγου.

Ἐν τῷ μεταξύ μετά τήν Περεστρόϊκα καί τήν πτώση τοῦ Κομμουνιστικοῦ Καθεστῶτος στίς χῶρες τοῦ λεγόμενου ὑπαρκτοῦ Σοσιαλισμοῦ τό πρόβλημα τῆς Οὐνίας ἔγινε ὀξύτερο, κυρίως στήν Ρωσία, Οὐκρανία, Λευκορωσία, Ρουμανία καί Τσεχοσλοβακία, διότι οἱ Οὐνῖτες ἄρχισαν νά διεκδικοῦν, συχνά μέ βίαιο τρόπο, Ναούς καί ἐκκλησιαστικά ἀκίνητα ἀπό τούς Ὀρθοδόξους. Ἐνώπιον αὐτῆς τῆς καταστάσεως ὁ τότε Οἰκουμενικός Πατριάρχης Δημήτριος συνεκάλεσε ἐκτάκτως στήν Κωνσταντινούπολη τόν Δεκέμβριο τοῦ 1992 τήν Διορθόδοξο Θεολογική Ἐπιτροπή τοῦ Διαλόγου μέ τούς Ρωμαιοκαθολικούς γιά νά ἐκτιμήση τήν ἔκρρυθμη κατάσταση στίς χῶρες τῆς Ἀνατολικῆς Εὐρώπης καί νά καθορίση τήν στάση τῶν Ὀρθοδόξων στόν Διάλογο. Ἡ Διορθόδοξος Ἐπιτροπή ὁμοφώνως ἀπεφάσισε ὅτι ἡ ἀναβίωση τῆς Οὐνίας συνοδεύεται ἀπό κατάφωρο παραβίαση τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων καί τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας καί ὅτι ὁ Θεολογικός Διάλογος μέ τούς Ρωμαιοκαθολικούς, ὀφείλει νά καταστῆ ἀποτελεσματικός μηχανισμός γιά τήν ἐπίλυση τῶν προβλημάτων πού δημιουργεῖ ἡ ἀναβίωση τῆς Οὐνίας καί ἑπομένως τό θέμα τῆς Οὐνίας, κάτω ἀπό τίς παροῦσες συνθῆκες, πρέπει νά εἶναι τό μοναδικό τοῦ Διαλόγου.

Κατά τήν ἴδια περίοδο ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί ὁ Πρόεδρός της μακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος Σεραφείμ δέχθηκαν πολλές καταγγελίες καί διαμαρτυρίες ἀπό Προκαθημένους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν γιά βιαιοπραγίες καί ἄλλες ἐνέργειες τῶν Οὐνιτῶν εἰς βάρος τῶν Ὀρθοδόξων. Ἔτσι ἡ Ἱερά Σύνοδος ἀφ’ ἑνός ἀπέστειλε γράμματα διαμαρτυρίας πρός τόν Πάπα γιά τίς βιαιότητες τῶν Οὐνιτῶν πρός τούς Ὀρθοδόξους καί ἀφ’ ἑτέρου ἐδήλωσε διά τῶν ἐκπροσώπων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στήν Προπαρασκευαστική Συνάντηση τῆς Διορθοδόξου Ἐπιτροπῆς τῆς Ρόδου (Ἰούνιος 1993) ὅτι θά ἀπεῖχε ἀπό τήν Ὁλομέλεια τῆς Μικτῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Διαλόγου, πού θά συνήρχετο στό Balamand τοῦ Λιβάνου ὕστερα ἀπό ὁλίγες ἡμέρες.

Τό παράδειγμα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀκολούθησαν καί ἄλλες ὀκτώ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες καί ἔτσι ἡ ἑβδόμη Ὁλομέλεια τῆς Μικτῆς Θεολογικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Διαλόγου, συνῆλθε στό Balamand ἀπό 17-24 Ἰουνίου 1993 χωρίς νά μετάσχουν σε αὐτήν ἐννέα Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες. Τοῦτο ἀπεδείχθη ἐκ τῶν ὑστέρων ἐπιζήμιο γιά τούς Ὀρθοδόξους, διότι τό Βατικανό, ἐκμεταλλευόμενο τήν ἀπουσία ἐννέα Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καί μή ἔχοντας νά ἀντιμετωπίση τήν σθεναρή ἀντίδρασή τους, ἐπέτυχε νά ἀνατρέψη τίς εὐνοϊκές γιά τούς Ὀρθοδόξους ἀποφάσεις τοῦ Freising καί νά δικαιώση τήν ὕπαρξη τῆς Οὐνίας. Τό κείμενο πού ἐξέδωκε ἡ ὁλομέλεια τῆς Μικτῆς Ἐπιτροπῆς Διαλόγου στό Balamand ἔγινε στόχος αὐστηρῆς κριτικῆς ἀπό μέρους τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καί κυρίως τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἡ ὁποία, ὕστερα ἀπό ἐμπεριστατωμένη εἰσήγηση τῆς Μονίμου Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς Διορθοδόξων καί Διαχριστιανικῶν Σχέσεων, τό ἀπέρριψε ὡς ἐκκλησιολογικῶς ἀπαράδεκτο καί θεολογικῶς διάτρητο καί μέ τό ἀπό 15-12-1994 ἐπίσημο ἔγγραφό της ἐκοινοποίησε τίς θέσεις της ἐπί τοῦ ἐπιμάχου τούτου κειμένου στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο καί σέ ὅλες τίς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες.

Μετά τήν Συνάντηση τοῦ Balamand οἱ περισσότερες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες ἐπέδειξαν ἀπροθυμία νά συμπράξουν στήν συνέχιση τοῦ Διαλόγου μέ τούς Ρωμαιοκαθολικούς καί ἔτσι ὁ Διάλογος ἀνεστάλη ὥς τό 1997 καί 1998, ὁπότε συνῆλθε δύο φορές ἡ Μικτή Συντακτική Ἐπιτροπή τοῦ Διαλόγου στήν Arricia τῆς Ἰταλίας καί ἐτοίμασε ἕνα κείμενο γιά τό θέμα τῆς “ὑπάρξεως τῆς Οὐνίας ἐξ ἐπόψεως ἐκκλησιολογικῆς”.

Ἡ ὀγδόη Ὁλομέλεια τῆς Μικτῆς Θεολογικῆς Ἐπιτροπῆς συνῆλθε ἀπό 9-19 Ἰουλίου τοῦ 2000 στή Βαλτιμόρη τῶν Η.Π.Α. ὑπό τήν συνπροεδρία τοῦ Καρδιναλίου Cassidy καί τοῦ Σεβ. Ἀρχιεπισκόπου Αὐστραλίας κ. Στυλιανοῦ, γιά νά ἐπεξεργασθῆ τό κείμενο περί τῆς ἐκκλησιατικῆς καταστάσεως τῆς Οὐνίας, πού εἶχε ἐτοιμάσει ἡ Μικτή Συντακτική Ἐπιτροπή στήν Arricia τό 1998. Ὅμως οἱ Ρωμαιοκαθολικοί ἐκπρόσωποι ἐθεώρησαν τό ἀπό κοινοῦ ἐγκριθέν κείμενο τῆς Arricia πολύ σκληρό γιά τήν Οὐνία. Εἰς αὐτό συνετέλεσε ἐπιστολή τοῦ Πάπα πρός τόν ἐπικεφαλῆς τῆς ἀντιπροσωπείας τοῦ Βατικανοῦ Καρδινάλιον Cassidy, μέ τήν ὁποία ὑπενθυμίζετο σ’ αὐτόν ὅτι “διά τήν Καθολικήν Ἐκκλησίαν αἱ Ἀνατολικαί Καθολικαί Ἐκκλησίαι ἔχουν τό αὐτό κῦρος(dignity) τό ὁποῖον ἔχουν καί ὅλαι αἱ λοιπαί Ἐκκλησίαι, αἱ ὁποῖαι εὑρίσκονται εἰς πλήρη κοινωνίαν μέ τόν Ἐπίσκοπον τῆς Ρώμης”. 


Ἡ παπική ἐπιστολή ἀρχικῶς ἀπεκρύβη ἀπό τήν Ἀντιπροσωπεία τῶν Ὀρθοδόξων, ἀλλά τελικῶς ὁ Καρδινάλιος Cassidy, κάτω ἀπό τήν ἐπιμονή τῶν Ὀρθοδόξων καί κυρίως τοῦ Καθηγητοῦ κ. Μέγα Φαράντου, ἐκ τῶν μελῶν τῆς Ἀντιπροσωπείας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἠναγκάσθη νά τήν παρουσιάση. Ἀκολούθησαν ἔντονες συζητήσεις, διχογνωμίες καί ἀντεγκλήσεις ὄχι μόνον μεταξύ Ὀρθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικῶν, ἀλλά καί μεταξύ τῶν μελῶν τῶν ἰδίων Ἀντιπροσωπειῶν, μέ ἀποτέλεσμα ἡ Ὁλομέλεια νά μή μπορέση νά ἐπεξεργασθῆ καί νά ἐγκρίνη ἕνα κοινό κείμενο καταδίκης τῆς Οὐνίας καί περιορίσθηκε στήν σύνταξη ἑνός τυπικοῦ κοινοῦ ἀνακοινωθέντος μέ τό ὁποῖο ἔληξαν οἱ ἐργασίες τῆς Μικτῆς Ἐπιτροπῆς Διαλόγου.

Μετά τήν συνάντηση τῆς Βαλτιμόρης ὁ Ρωμαιοκαθολικός Συμπρόεδρος Καρδινάλιος Cassidy παρητήθη λόγῳ ὁρίου ἡλικίας καί ἀντεκατεστάθη ἀπό τόν Καρδινάλιο W. Kasper. Παρητήθη ἐπίσης καί ὁ Ὀρθόδοξος Συμπρόεδρος Ἀρχιεπίσκοπος Αὐστραλίας κ. Στυλιανός καί ἀντεκατεστάθη ἀπό τόν Σεβ. Μητροπολίτη Περγάμου κ.Ἰωάννη. Ἄν λάβωμε ὑπ’ ὄψιν τίς θέσεις τοῦ Βατικανοῦ, πού διετυπώθησαν κατά τήν Συνάντηση τῆς Βαλτιμόρης, δέν φαίνεται εὐοίωνο τό μέλλον τοῦ Θεολογικοῦ Διαλόγου μέ τούς Ρωμαιοκαθολικούς, ἀφοῦ σύμφωνα μέ ρητή ἐντολή τῶν Προκαθημένων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν πού ἀκολουθεῖ τήν ἀπόφαση τῆς Γ΄ Πανορθοδόξου Διασκέψεως τῆς Ρόδου, ἡ Διορθόδοξος Θεολογική Ἀντιπροσωπεία στόν Διάλογο δέν δύναται νά προχωρήση στή συζήτηση ἄλλων θεολογικῶν θεμάτων μέ τούς Ρωμαιοκαθολικούς πρίν νά γίνη ἀπό κοινοῦ ἀποδεκτή ἡ καταδίκη τῆς Οὐνίας. Ἔτσι σήμερα ὁ Θεολογικός Διάλογος μεταξύ Ὀρθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικῶν παραμένει στάσιμος, παρά τήν ἐπιθυμία καί τῶν δύο μερῶν γιά τήν συνέχιση καί τήν πρόοδό του. Ἡ ἐπιθυμία αὐτή ἀποτυπώνεται καί στήν κοινή Δήλωση τοῦ Πάπα Ἰωάννου Παύλου Β΄ καί τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου κατά τήν τελευταία συνάντησή τους στήν Ρώμη μέ τήν εὐκαιρία τῆς θρονικῆς ἑορτῆς τοῦ Βατικανοῦ (21-6-2004). 


Ἡ κοινή Δήλωση μεταξύ ἄλλων λέγει: “ Ὀφείλομεν νά συνεχίσωμεν τό ὁριστικόν καθῆκον ἡμῶν ἐπανενεργοποιήσεως (τῆς Μικτῆς Ἐπιτροπῆς Διαλόγου τῆς Καθολικῆς μετά τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας) τό ταχύτερον δυνατόν”… “ Ἡ σημερινή συνάντησις ἡμῶν ἐν Ρώμῃ ἐπιτρέπει ἡμῖν, ἐπί πλέον, ὅπως ἀδελφικῶς ἀντιμετωπίσωμεν μερικά προβλήματα καί παρεξηγήσεις τά ὁποῖα προσφάτως προέκυψαν. Ἡ μακρά ἐφαρμογή τοῦ Διαλόγου Ἀγάπης ἔρχεται εἰς συνδρομήν ἡμῶν, ὥστε νά ἀντιμετωπίσωμεν τάς δυσκολίας ἐν ἠρεμίᾳ καί νά μή ἐπιβραδύνωμεν ἤ καί ἀμαυρώσωμεν τήν συντελεσθεῖσαν πορείαν πρός πλήρη κοινωνίαν ἐν Χριστῷ. Ἐνώπιον ἑνός κόσμου, ὅστις ὑποφέρει ἐκ τῶν πάσης φύσεως διαιρέσεων καί ἀνισοτήτων, ἡ σημερινή συνάντησις ἡμῶν ἐπιθυμεῖ, ὅπως κατά τρόπον συγκεκριμένον καί δυναμικόν ἐπισημάνη τήν σπουδαιότητα τοῦ γεγονότος, ὅτι οἱ Χριστιανοί καί αἱ Ἐκκλησίαι ζῶσιν ἐν εἰρήνῃ καί ἁρμονίᾳ μετ’ ἀλλήλων, ἐπί συνεπεῖ ἐπιβεβαιώσει τοῦ εὐαγγελικοῦ μηνύματος κατά τρόπον πιστότερον καί πειστικώτερον”.

Παρακαλώ, και:

Ο Πατριάρχης Γεωργίας Ηλίας Β΄ προς τον Πάπα Φραγκίσκο : «Μόνο η αληθινή πίστη και η αληθινή αγάπη θα ανοίξει το δρόμο προς την ενότητα»... 
Απόφαση σοκ της Ιεραρχίας: Η Ρωμαιοκαθολική δεν είναι Εκκλησία
Οι Ορθόδοξες Εκκλησίες του ν.ημ. δεν έχουν απαρνηθή την Ορθόδοξο εκκλησιολογία
 
Νεοημερολογίτες κατά Οικουμενισμού 
Γέροντες του ν.ημ. και Οικουμενισμός
Γόρτυνος Ιερεμίας: Ο παπισμός είναι αίρεση και ο Οικουμενισμός είναι παναίρεση!
Ο Οικουμενισμός επί Τουρκοκρατίας και η αντίδραση των τότε αγίων 

Δεν υπάρχουν σχόλια: