Συνέχεια από την ανάρτηση: Οι ν.ημ. είμαστε αναθεματισμένοι από τις πανορθόδοξες συνόδους του 16ου αιώνος;
Όπως προαναφέραμε, στον Τόμο Αγάπης του Δοσιθέου Ιεροσολύμων,
ο οποίος εκδόθηκε το 1698, υπάρχουν οι αποφάσεις των Συνόδων του 1583 και του
1593 κατά του γρηγοριανού ημερολογίου. Αντίγραφα των αποφάσεων αυτών υπήρχαν
περί το 1924 σε δύο κώδικας του Αγίου Όρους (285 της Βιβλιοθήκης των
Καυσοκαλυβίων και 772 της Βιβλιοθήκης της Μονής του αγίου Παντελεήμονος).
Τήν αντιγραφή των ανωτέρω αποφάσεων από τον Τόμο Αγάπης είχε
εκπονήσει περί τα μέσα του ιθ΄ αιώνος ο Αγιορείτης μοναχός Ιάκωβος
Νεασκητιώτης, «γνωστός εχθρός του Ι. (αγίου) Νικοδήμου ο και άθεον αυτόν
αποκαλών»246.
Δυστυχώς ο Ιάκωβος δεν αρκέσθηκε σέ μία απλή αντιγραφή των ανωτέρω κειμένων,
αλλά επιδόθηκε σε μία πρωτοφανή πλαστογραφία, και συγκεκριμένα στην παρουσίασι δύο
δήθεν συνοδικών αποφάσεων, οι οποίες στην πραγματικότητα αποτελούν συνονθύλευμα
υπαρκτών και ανυποστάτων κειμένων.
Ο Ιάκωβος αντέγραψε λοιπόν την απόφασι της Συνόδου της 12ης
Νοεμβρίου του 1583, η οποία ήταν μία Επιστολή - Απάντησις των πατριαρχών
Κωνσταντινουπόλεως Ιερεμίου και Αλεξανδρείας Σιλβέστρου προς τους Αρμενίους
κατά του γρηγοριανού ημερολογίου.
Πρώτη παρανομία του Ιακώβου είναι ότι έθεσε στην απόφασι της
Συνόδου επικεφαλίδα δικής του επινοήσεως. Παρουσίασε δηλαδή την απόφασι ως
«Σιγίλλιον Πατριαρχικής διατυπώσεως... Μετ᾿ επιτιμίου αναθέματος»247. Στο τέλος δε της
αποφάσεως και συγκεκριμένα μετά την ημερομηνία και τις υπογραφές των δύο
πατριαρχών «εσημείωσε την εξής επιγραφήν: «Απόφασις της αυτής αγίας Συνόδου μετ᾿
επιτιμίου» και προέβη, ελαφρά τη συνειδήσει, εις την εξής παραποίησιν:»248
Ανέγραψε οκτώ αναθεματισμούς κατά των Λατίνων και του γρηγοριανού
ημερολογίου, οι οποίοι όμως δεν ήταν πραγματικοί αναθεματισμοί της Συνόδου του
1583, που δήθεν παρέλειψε να αναφέρη ο ιερός Δοσίθεος στον Τόμο Αγάπης, αλλά
αυθαίρετες επινοήσεις του Ιακώβου· συγκεκριμένα:
Οι μεν έξι πρώτοι ήταν αναθεματισμοί κατά τών Λατίνων, τους
οποίους συνέγραψε μισό περίπου αιώνα μετά την Σύνοδο του 1583 ο Αλεξανδρείας
Κύριλλος ο Λούκαρις και οι οποίοι υπάρχουν στον αυτό Τόμο Αγάπης του Δοσιθέου249.
«Αυτούς λοιπόν τους αναθεματισμούς του Κυρίλλου Λουκάρεως
κατά Λατίνων, ο πρόδρομος των νεωτέρων “Ζηλωτών” Ιάκωβος Νεασκητιώτης ωνόμασεν
“Απόφασιν” Συνόδου του 1583 “μετ᾿ επιτιμίου”, εν επιγνώσει ψευδόμενος ή
πλανώμενος, διότι εν αρχή των “Αναθεματισμών” (στον Τόμο Αγάπης) υπάρχει η
επιγραφή “Κύριλλος ελέω Θεού Πάπας και Πατριάρχης της μεγάλης πόλεως
Αλεξανδρείας και κριτής της οικουμένης”. Μη αρκεσθείς δε να θέση πλαστήν
επιγραφήν επί των αναθεματισμών του Λουκάρεως, δεν προέβη μόνον εις παραποίησιν
του κειμένου, αλλά και προσέθηκεν ένα έτι αναθεματισμόν διά το ημερολόγιον και παρουσίασεν ως 8ον αναθεματισμόν την εν
τέλει του “Τόμου” του Λουκάρεως προτροπήν προς τους ορθοδόξους»250.
Ο έβδομος δήθεν αναθεματισμός της Συνόδου του 1583, τον
οποίο επινόησε ο Ιάκωβος, αναφέρει επί λέξει: «Όποιος δεν ακολουθεί τα έθιμα
της Εκκλησίας καθώς και αι επτά άγιαι οικουμενικαί σύνοδοι εθέσπισαν και το
Άγιον Πάσχα και το Μηνολόγιον καλώς ενομοθέτησαν νά ακολουθώμεν, και θέλει να
ακολουθά το νεοεφεύρετο Πασχάλιον και Μηνολόγιον των αθέων αστρονόμων του Πάπα,
και εναντιώνεται εις αυτά όλα, και θέλει να ανατρέψη και να χαλάση τα
πατροπαράδοτα δόγματα και έθιμα της Εκκλησίας, ας έχει το ανάθεμα και έξω
της του Χριστού Εκκλησίας, και της των πιστών ομηγύρεως ας είναι»251.
Μετά τους δήθεν οκτώ αναθεματισμούς της Συνόδου του 1583 ο Ιάκωβος
έγραψε την λέξι «επικύρωσις» και προσέθεσε τον όγδοο κανόνα της Συνόδου του
1593, ο οποίος, όπως προαναφέραμε, αποτελεί επανάληψι του α΄ κανόνος της
Συνόδου της Αντιοχείας. Ο Ιάκωβος παραποίησε και τον κανόνα αυτό γράφοντας, ότι
ο κανών απαγορεύει το «μετά των Λατίνων και Ιουδαίων επιτελείν το πάσχα», ενώ
στην πραγματικότητα ο κανών δεν αναφέρει την λέξι “Λατίνων”.
Μετά ακριβώς από τον ανωτέρω κανόνα ο Ιάκωβος έθεσε την ημερομηνία
12-2-1593 και συνέχισε με τις υπογραφές: «Ιερεμίας ο Παναγιώτατος Οικουμενικός
Πατριάρχης, Σύλβεστρος Αλεξανδρείας και Σωφρόνιος Ιεροσολύμων και η αγία
Σύνοδος των αρχιερέων ομοθυμαδόν έκρινε δειν πεμφθήναι την πράξιν ταύτην δι᾿
υπογραφών ημετέρων ησφαλισμένην τω ευσεβεί Βασιλεί Ρωσσίας και τω Παναγιωτάτω Πατριάρχη πάσης της Ρωσσίας Ιώβ»252 (στο χειρόγραφο των Καυσοκαλυβίων
δεν υπάρχει το όνομα του Σιλβέστρου).
Το ανωτέρω κείμενο με τις υπογραφές των πατριαρχών αποτελεί
στήν πραγματικότητα επιλεκτική συλλογή ορισμένων φράσεων από την πράξι της
Συνόδου του 1593 περί του Ρωσικού πατριαρχείου253, την οποία ο Ιάκωβος «συλλαμβάνεται... παραποιών... διασπαράσσων
αυτήν και διαστρέφων»254. Ο Ιάκωβος «ου μόνον παρέτρεξε την αρχήν και το όλον
περιεχόμενον της Πράξεως της Συνόδου, αλλά και όλως αυθαιρέτως λαβών υπ᾿ όψιν
το τέλος αυτής, διεστραμμένως παρέστησε την απόφασιν της Συνόδου»255.
Η Σύνοδος δηλαδή των αρχιερέων έκρινε «δειν πεμφθήναι την πράξιν
ταύτην»256 της
κυρώσεως της ιδρύσεως του Ρωσικού πατριαρχείου προς τον βασιλέα και τον
πατριάρχη της Ρωσίας. Αντιθέτως, ο Ιάκωβος παρουσιάζει ότι η Σύνοδος αποφασίζει
«πεμφθήναι» στήν Ρωσία την καταδίκη του γρηγοριανού ημερολογίου! Επιπλέον ο Ιάκωβος αναφέρει ότι στην Σύνοδο συμμετείχε επίσης και ο
Σίλβεστρος Αλεξανδρείας, ο οποίος όμως είχε πεθάνει πολύ πρίν από το 1593.
Χρησιμοποίησις των πλαστών αναθεματισμών από τους Γ.Ο.Χ.
Τίς ανωτέρω παραποιήσεις του Ιακώβου έσπευσαν αμέσως μετά την
διόρθωσι του ημερολογίου να εκμεταλλευθούν οι Γ.Ο.Χ. «επιδιώξαντες την τρομοκράτησιν
της συνειδήσεως των απλοϊκών»257. Πράγματι, οι Γ.Ο.Χ. δημοσίευσαν και διέδοσαν ευρέως
διάφορα κείμενα, τα οποία περιείχαν τα δήθεν αναθέματα κατά του γρηγοριανού
ημερολογίου. Τα κείμενα των Γ.Ο.Χ. είχαν σημαντικές διαφορές μεταξύ τους, καθώς
οι Γ.Ο.Χ. «επί μάλλον και μάλλον διέστρεψαν... Και παρεμόρφωσαν»258 το ήδη παραποιημένο
κείμενο του Ιακώβου. Κοινό βέβαια σημείο τους αποτελούσε ο ανωτέρω ζ΄ κανών που
επινόησε ο Ιάκωβος, ο οποίος εκσφενδονούσε το ανάθεμα εναντίον αυτών, που θα
τολμούσαν να δεχθούν το γρηγοριανό ημερολόγιο.
Ένα από τα κείμενα που διέδοσαν οι Γ.Ο.Χ. περιέχεται σε
βιβλίο του Γρηγορίου Ευστρατιάδου, που εκδόθηκε το 1929. Όπως παρατηρεί ο αναγνώστης,
στο βιβλίο παρουσιάζονται ως «Σιγγίλιον» της Συνόδου του 1583 «μετ᾿ επιτιμίου
και αναθέματος»259 οι οκτώ κανόνες, που αναφέρει ο Ιάκωβος στούς Αγιορειτικούς
κώδικας (επτά του Λουκάρεως και ένας δικός του).
Αυτό που ομολογουμένως εκπλήσσει, είναι ότι οι Γ.Ο.Χ.
υπερέβησαν στην πλαστογραφία ακόμη και αυτόν τον Ιάκωβο. Συγκεκριμένα οι Γ.Ο.Χ.
αναφέρουν στο τέλος του Σιγγιλίου τα ονόματα των πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως
Ιερεμίου, Αλεξανδρείας Σιλβέστρου και Ιεροσολύμων Σωφρονίου, καθώς και την
φράσι «Και οι λοιποί Αρχιερείς τής Συνόδου παρόντες».
Όπως όμως γίνεται φανερό από τον Τόμο Αγάπης του Δοσιθέου
Ιεροσολύμων260,
την Επιστολή - Απάντησι του 1583 προς τους Αρμενίους συνυπογράφουν μόνο οι
πατριάρχαι Ιερεμίας και Σίλβεστρος και όχι ο Σωφρόνιος ή άλλοι αρχιερείς, όπως
αυθαίρετα πρόσθεσαν οι Γ.Ο.Χ. Κανείς ιστορικός δεν αναφέρει την συμμετοχή του Σωφρονίου στην Σύνοδο του 1583261. Την απουσία του
Σωφρονίου από την συνοδική Διάσκεψι του 1583 δηλώνει επιπλέον «ρητώς... ο
Ιερεμίας β΄ εν αρχή της προς Αρμενίους απαντήσεως “Η μετριότης ημών διασκεψαμένη
μετά του Μακαριωτάτου Πατριάρχου Αλεξανδρείας”. Της διασκέψεως του 1583 δεν
μετέσχον προφανώς και Αρχιερείς, διότι άλλως θα εδήλου τούτο ο Ιερεμίας, ως το
εδήλωσεν εν τη Πράξει της Συνόδου του 1593, “συνεδρευόντων και των πανιερωτάτων
Αρχιερέων”»262.
Βέβαια και αν ακόμη δεχθούμε, ότι κατά την Διάσκεψι του
1583 συμμετείχαν και άλλοι αρχιερείς, αυτό δεν σημαίνει ότι οι Γ.Ο.Χ. είχαν το
δικαίωμα να δηλώσουν την παρουσία τους κάτω από τις υπογραφές των πατριαρχών
Ιερεμίου και Σιλβέστρου, πράγμα το οποίο δεν απετόλμησε να διαπράξη ούτε αυτός
ακόμη ο Ιάκωβος. Οι Γ.Ο.Χ. οφείλουν να ομολογήσουν την αλήθεια, ότι δηλαδή το
όνομα του Σωφρονίου Ιεροσολύμων, καθώς και η φράσις «Και οι λοιποί Αρχιερείς
της Συνόδου παρόντες», τα οποία αυτοί έως και σήμερα αναφέρουν στά βιβλία τους263, δεν αναφέρονται σε
κανένα ιστορικό βιβλίο ή Αγιορειτικό κώδικα, αλλά είναι δικές τους επινοήσεις.
Προσπάθεια των Γ.Ο.Χ. να δικαιολογήσουν την από μέρους
τους χρησιμοποίησι των πλαστών αναθεματισμών
Τις πρωτοφανείς, ζηλωτικές πλαστογραφίες στηλίτευσε πρώτος ο
Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Παπαδόπουλος διά ειδικής μελέτης «υπό την επιγραφήν,
“ Έλεγχος παραποιήσεως Συνοδικών Πράξεων και Πατριαρχικών εγγράφων”, δι᾿ ής
εξηλέγχθη το πλαστογράφημα διά παραθέσεως φωτογραφικών αποτυπωμάτων εκ κωδίκων
του Αγίου Όρους και αντιβολής των κειμένων»264.
Οι Ζηλωταί μοναχοί του Αγίου Όρους, οι οποίοι ήταν και οι
βασικοί υπεύθυνοι για την διάδοσι των πλαστών αναθεματισμών, απάντησαν αμέσως
(1932) στις αποκαλύψεις του Αρχιεπισκόπου. Αυτό που αναμφίβολα προκαλεί
εντύπωσι, είναι η μεγάλη ένδεια των επιχειρημάτων τους. Οι Ζηλωταί δηλαδή δεν
δίνουν καμμία απολύτως απάντησι στις κατηγορίες του Αρχιεπισκόπου για την από
μέρους τους χρησιμοποίησι των παραποιημένων κειμένων του Ιακώβου, την παρουσίασι
των αναθεμάτων του Λουκάρεως ως δήθεν αναθεμάτων της Συνόδου του 1583, την
αυθαίρετη προσθήκη υπογραφών στην Σύνοδο του 1583 και την διαφορά των ζηλωτικών
κειμένων μεταξύ τους και κυρίως με τα πραγματικά κείμενα που δημοσιεύει ο ιερός
Δοσίθεος στόν Τόμο Αγάπης.
Αντιθέτως, οι Ζηλωταί κάνουν μία φανερή υπεκφυγή και
απαντούν, ότι «τιθέμεθα κατά μέρος τα χειρόγραφα αφού τον σκανδαλίζουσι (τον Αρχιεπίσκοπο)
και ερχόμεθα διά να γυμνάσωμεν το ημερολογιακόν ζήτημα συζητούντες από των εντύπων
βιβλίων των ιστορικών»265.
Επικαλούνται δηλαδή μόνο τις ιστορικές μαρτυρίες για την καταδίκη
του γρηγοριανού ημερολογίου από τις Συνόδους του ιστ΄ αιώνος, η οποία όμως,
όπως προαναφέραμε, αφορά την τροποποίησι του πασχαλίου.
Οι Ζηλωταί στην προσπάθειά τους να δικαιολογήσουν την από μέρους
τους διάδοσι των παραποιημένων κειμένων του Ιακώβου προβάλλουν μόνο τους εξής
δύο ισχυρισμούς. Πρώτον, ότι «ο Ιάκωβος ουδέν συμφέρον είχε ζών προ εκατόν
είκοσι και πλέον ετών να πλαστογραφήση και παρουσιάση ανυπάρκτους περί
ημερολογίου κανόνας εφ᾿ όσον τότε δεν υφίστατο ημερολογιακόν ζήτημα»266. Στο επιχείρημα αυτό έχουμε
να απαντήσουμε, ότι το ζήτημα της παραδοχής του γρηγοριανού ημερολογίου δεν απασχόλησε την Ορθόδοξο Εκκλησία μόνο κατά τον
κ΄ αιώνα, αλλά από το τέλος του ιστ΄ αιώνος. Είναι δε φυσικό ότι οι πιέσεις των
Παπικών να επιβάλουν το ημερολόγιό τους στην Ορθόδοξο Εκκλησία ήταν συνεχείς, όπως
συνεχείς είναι και οι προσπάθειές τους νά επιβάλουν και τις υπόλοιπές τους
δογματικές καινοτομίες.
Οι Ζηλωταί ισχυρίζονται επίσης ότι δεν είναι σωστό να διαβάλλουμε
τα κείμενα του Ιακώβου και τα δικά τους, μόνο και μόνο επειδή δεν τα αναφέρει ο
ιερός Δοσίθεος στον Τόμο Αγάπης, δεδομένου ότι ο «Δοσίθεος δεν εδημοσίευσεν
όλας τας επιστολάς και όλας τας Συνοδικάς αποφάσεις τας σχετικάς με την
γρηγοριανήν μεταρρύθμισιν»267.
Συμφωνούμε και εμείς ότι οι συλλογές του ιερού Δοσιθέου δεν
είναι πλήρεις. Ο ιερός Πατήρ δεν αναφέρει π.χ. την απόφασι της Συνόδου του 1587
κατά του γρηγοριανού ημερολογίου. Όμως αυτό δεν σημαίνει, ότι είναι δυνατόν να
αποδεχθούμε ως έγκυρο και υπαρκτό ένα κείμενο, το οποίο είναι αδιαμφισβήτητα
παραποιημένο, όπως είναι το κείμενο του Ιακώβου.
Τα σχετικά με την χρησιμοποίησι των πλαστών αναθεματισμών
επιχειρήματα των νεωτέρων Γ.Ο.Χ.
Οι νεώτεροι Γ.Ο.Χ. κατηγορούν επίσης τον Χρυσόστομο Παπαδόπουλο,
ότι εκμεταλλεύθηκε «τήν μερικήν ομοιότητα που έχει το κείμενον της Εγκυκλίου
του Πατριάρχου Κυρίλλου του Λουκάρεως που φέρει αναθεματισμούς εναντίον
λατινοφρόνων, με το κείμενον της αποφάσεως της Συνόδου του 1583 που
αναθεματίζει τους ακολουθούντας το ν. ημερολόγιον»268.
Οι Γ.Ο.Χ. υποστηρίζουν ότι ορισμένοι κανόνες Τοπικών ή
Οικουμενικών Συνόδων έχουν αρκετή ή απόλυτη ομοιότητα με αναλόγους προγενεστέρων
Συνόδων. Ο ιδ΄ π.χ. Κανών της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου ομοιάζει με τον ια΄
κανόνα τής Συνόδου της Νεοκαισαρείας, ενώ ο θ΄ της Συνόδου της Αντιοχείας ομοιάζει
προς τον λδ΄ Αποστολικό.
Συνεπώς, καταλήγουν, βάσει «τής ανωτέρω αυτής συνηθείας των
Συνοδικών Πατέρων, φρονιμώτερον είναι να υποθέσωμεν ότι μάλλον ο Πατριάρχης
Κύριλλος επροτίμησε να αντιγράψη, αντί να συντάξη νέους, αναθεματισμούς από την
Σύνοδον του 1583 που έχει γίνει μόλις 33 χρόνια πρίν, παρά ότι ο Νεασκητιώτης
Ιάκωβος επρόσθεσε επί της Εγκυκλίου του Κυρίλλου έναν ακόμη αναθεματισμόν περί ημερολογίου»269.
Οι ανωτέρω απόψεις, οι οποίες φυσικά εμπεριέχουν πολλή φαντασία,
είναι αναμφισβήτητα εσφαλμένες. Ο Λούκαρις το 1616 δεν αντέγραψε τους αναθεματισμούς
της Συνόδου του 1583, διότι απλά η Σύνοδος αυτή δεν εξέδωσε αναθεματισμούς. Η
άποψίς μας αυτή αποδεικνύεται μέσα από τα ίδια τα κείμενα του Ιακώβου και των Ζηλωτών.
Ο Ιάκωβος και οι Ζηλωταί παρουσίασαν μεν το δήθεν κείμενο της
Συνόδου του 1583 με τους αναθεματισμούς κατά του γρηγοριανού ημερολογίου, «δεν
επρόσεξαν» όμως ούτε «εις το περιεχόμενον αυτού, ουδέ εις τα λεκτικά,
γραμματικά και συντακτικά σφάλματά»270 του.
Εκτός δηλαδή από τις τραγικές παραποιήσεις που
προαναφέραμε, τίς οποίες διέπραξαν στά πραγματικά κείμενα των Συνόδων του 1583
και 1593, δεν διέφυγαν και ορισμένες σημαντικές απροσεξίες κατά την παρουσίασι
του κειμένου του Λουκάρεως ως δήθεν κειμένου της Συνόδου του 1583. Οι ενδείξεις
που αποδεικνύουν, ότι τα κείμενα του Ιακώβου και των Ζηλωτών δεν είναι κείμενο
της Συνόδου του 1583, αλλά το κείμενο του Λουκάρεως παραποιημένο είναι οι εξής:
Στά κείμενα αναφέρεται ότι ο συντάκτης του (δηλαδή ο
Λούκαρις) το «εγκαταλείπει» ( το αφήνει,
δεν το αποστέλλει) στούς πιστούς της πόλεως Τριγοβύστου. «Ο Κύριλλος, ως
γνωστόν, μεταβάς εν έτει 1616 εις την Μολδαβίαν, ειργάσθη εναντίον της
λατινικής προπαγάνδας... Μέλλων δε ν᾿ απέλθη εκείθεν απήγγειλεν ομιλίαν τινά
κατά των λατινικών ετεροδιδασκαλιών προς τους Ορθοδόξους της πόλεως
Τριγοβύστου, ην και διέδωκεν, “Τόμον” ονομάσας, περιέχοντα έξ αναθεματισμούς»271.
«Υπάρχουσι λοιπόν καταφανέσταται μαρτυρίαι ότι δεν πρόκειται
περί συνοδικού εγγράφου»272 της εν Κωνσταντινουπόλει Συνόδου, το οποίο απεστάλη σε
όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες. Στά ανωτέρω πλαστά κείμενα αναφέρεται επίσης, ότι
οι κακόδοξοι «ήγειραν καθ᾿ ημών άσπονδον πόλεμον»273 υπονοώντας προφανώς την επίθεσι, που
υπέστη ο Λούκαρις στην πόλι του Τριγοβύστου από τους Λατινόφρονας.
Τέλος, όπως γίνεται φανερό από τα πλαστά, ζηλωτικά κείμενα,
ο συντάκτης του κειμένου (ο Λούκαρις) αποκαλεί το κείμενο «Τόμον»274, ο οποίος είναι όρος,
που αρμόζει σε δογματικό κείμενο, όπως είναι το κείμενο αυτό με τους αναθεματισμούς.
Αντιθέτως, ο Ιάκωβος και οι Ζηλωταί έθεσαν απερίσκεπτα στο κείμενο την
επικεφαλίδα: «Σιγγίλιον πατριαρχικής διατυπώσεως...»275, αγνοώντας ότι διά του όρου
«σιγγιλίου» εννοούνται τα έγγραφα που «εξεδίδοντο υπό του Οικουμενικού Πατριάρχου προς διάφορα σταυροπηγιακά Μοναστήρια ή φιλανθρωπικά
καθιδρύματα κυρωτικά των προνομίων αυτών»276.
Τά ανωτέρω ζηλωτικά επιχειρήματα εξέθεσε και ο π. Νικόλαος Δημαράς
στις απαντήσεις του κατά της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου. Ο π. Νικόλαος
διέπραξε μεταξύ άλλων και τα εξής σφάλματα:
1. Αναφέρει σε μία από τις απαντήσεις του τον ζ΄ κανόνα του
Ιακώβου και τον η΄ κανόνα της Συνόδου του 1593 προσθέτοντας αμέσως μετά τα
εξής: « το Σιγγίλιον αυτό αναφέρουν στις Εκκλησιαστικές τους Ιστορίες»277 διάφοροι Ιστορικοί,
μεταξύ των οποίων αναφέρει τον Χρυσόστομο Παπαδόπουλο, τον Φ. Βαφείδη, τον
Δοσίθεο Ιεροσολύμων, τον Κ. Μουρατίδη και άλλους. Πρόκειται για αναληθή
ισχυρισμό, καθώς οι ανωτέρω ιστορικοί δεν αναφέρουν όχι μόνο το πλασ το
σιγγίλιο, αλλά ούτε καν την λέξι “σιγγίλιο”. Το συνοδικό δήθεν σιγγίλιο
αναφέρεται μόνο από ζηλωτάς συγγραφείς.
2. Ο π. Νικόλαος υποστηρίζει ότι ο Σίλβεστρος Αλεξανδρείας υπέγραψε
την απόφασι του 1593278, αν και αυτός είχε προ πολλού πεθάνει!
3. Ο π. Νικόλαος αναφέρει ότι ο Ιάκωβος «στο τέλος του χειρογράφου
αναφέρει τα ονόματα των Πατριαρχών Ιερεμίου Κωνσταντινουπόλεως, Σιλβέστρου
Αλεξανδρείας και Σωφρονίου Ιεροσολύμων, οι οποίοι κατά τις αδιάψευστες
μαρτυρίες όλων των ιστορικών υπέγραψαν την ιστορικήν απόφαση του 1583»279. Όπως όμως προαναφέραμε,
κανείς απολύτως ιστορικός δεν αναφέρει, ότι ο Σωφρόνιος Ιεροσολύμων υπέγραψε
την απόφασι της Συνόδου του 1583.
4. Ο π. Νικόλαος υποστηρίζει, ότι « το Σιγγίλιο αυτό
απέστειλε ο Πατριάρχης Ιερεμίας Β΄ προς απάσας τας Ορθοδόξους Εκκλησίας»280. Το κείμενο όμως που μας
παραπέμπει, «Ευστρατιάδου, ό.π. σελ. 119-20», ομιλεί για εγκατάλειψι του Τόμου στούς
πιστούς της πόλεως του Τριγοβύστου και όχι για αποστολή συνοδικού σιγγιλίου.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
246 Θεοκλήτου Διονυσιάτου, Αθωνικά άνθη, τόμος ι΄, σελ.
108.
247 Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, ένθ᾿ ανωτ. σελ. 96-97.
248 Ένθ᾿ ανωτ.
249 Σελ. 553.
250 Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, ένθ᾿ ανωτ. σελ. 98.
251 Λ. Κτενά, Πίσω απ᾿ ό,τι φαίνεται στο ημερολογιακό, σελ.
92.
252 Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, ένθ᾿ ανωτ. σελ. 100.
253 Δοσιθέου Ιεροσολύμων, Τόμος αγάπης, σελ. 541-547.
254 Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, ένθ᾿ ανωτ.
255 Ένθ᾿ ανωτ. σελ. 101.
256 Δοσιθέου Ιεροσολύμων, ένθ᾿ ανωτ. σελ. 545.
257 Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, ένθ᾿ ανωτ. σελ. 66.
258 Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, Ημερολογιτικών κατηγοριών
έλεγχος, σελ. 25.
259 Η πραγματική αλήθεια περί του εκκλησιαστικού
ημερολογίου, σελ. 119-122.
260 Σελ. 540.
261 Μελετίου, Εκκλησιαστική Ιστορία, τόμος γ΄, σελ. 402, Φ.
Βαφείδου, Εκκλησιαστική Ιστορία, τόμος γ΄, § 216, 2, σελ. 125, Β. Στεφανίδου, Εκκλησιαστική
Ιστορία, § 51, σελ. 699.
262 Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, Έλεγχος παραποιήσεως
συνοδικών πράξεων και πατριαρχικών εγγράφων, εν περιοδικώ Γρηγόριος Παλαμάς, τεύχος
193, σελ. 148.
263 Λ. Κτενά, ένθ᾿ ανωτ. σελ. 54.
264 Ημερολογιτικών κατηγοριών έλεγχος, σελ. 24.
264 Ημερολογιτικών κατηγοριών έλεγχος, σελ. 24.
265 Φωνή εξ Αγίου Όρους, Ήτοι απάντησις εις το βιβλίον του π. Θεοκλήτου Διονυσιάτου..., σελ. 14.
266 Ένθ᾿ ανωτ. σελ. 13.
267 Αρσενίου Κοττέα, Αντέλεγχος αβασίμου και ασυστάτου ελέγχου, σελ. 39.
267 Αρσενίου Κοττέα, Αντέλεγχος αβασίμου και ασυστάτου ελέγχου, σελ. 39.
268 Λ. Κτενά, ένθ᾿ ανωτ. σελ. 145.
269 Ένθ᾿ ανωτ. σελ. 147.
270 Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, Έλεγχος παραποιήσεως
συνοδικών πράξεων και πατριαρχικών εγγράφων, εν περιοδικώ Γρηγόριος Παλαμάς,
τεύχος 193,
σελ. 146-147.
271 Ένθ᾿ ανωτ. σελ. 97.
272 Ένθ᾿ ανωτ. σελ. 147.
273 Ένθ᾿ ανωτ. σελ. 144.
274 Γρ. Ευστρατιάδου, Η πραγματική αλήθεια περί του
εκκλησιαστικού ημερολογίου, σελ. 120.
275 Ένθ᾿ ανωτ. σελ. 119.
276 Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, ένθ᾿ ανωτ. σελ. 147.
277 Όταν οι φύλακες προδίδουν, εν εφημερίδι Ορθόδοξος
Τύπος, φύλλο 1416, σελ. 5.
278 Ένθ᾿ ανωτ.
279 Άγιοι Κολλυβάδες, φύλλο 30, σελ. 1.
280 Ένθ᾿ ανωτ. σελ. 4.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου