Ο πατριάρχης Μελέτιος Μεταξάκης αναμφίβολα ήταν ικανότατος. Είναι επίσης και σημείο αντιλεγόμενο. Το πρόσωπό του συγκεντρώνει τα βέλη των ΓΟΧ και γενικά των αντι-οικουμενιστών, από τους οποίους κατηγορείται ως μασόνος και διαφθορέας της Εκκλησίας. Άλλοι όμως εκκλησιαστικοί κύκλοι τον θαυμάζουν, όπως και τον πατριάρχη Αθηναγόρα.
Πρόσφατα ανακοινώθηκε από ορθόδοξο μητροπολίτη (ν.ημ.) η ύπαρξη επιστολής του Μελετίου προς τον Ελ. Βενιζέλο, όπου του εφιστά την προσοχή εναντίον της Μασονίας, κατηγορώντας την τελευταία ως επικίνδυνη. Την επιστολή αυτή δεν κατόρθωσα να τη βρω στο Διαδίκτυο (αν τη βρει κάποιος, ας μας τη στείλει), αλλά με αφορμή την ανακοίνωση αυτή δημοσιεύουμε δύο άρθρα για το Μελέτιο, ευχόμενοι ο Θεός να τον συγχωρήσει και να τον αναπαύσει. Ένα "επίσημο", από τη Βικιπαίδεια και ένα από το ΓΟΧ ιστολόγιο Εν τούτω νίκα.
1. Βικιπαίδεια:
Ο Πατριάρχης Μελέτιος γεννήθηκε στις 21 Σεπτεμβρίου του 1871 στο χωριό Παρσάς του Λασιθίου Κρήτης. Το κοσμικό του όνομα ήταν Εμμανουήλ Μεταξάκης. Υπηρέτησε ως Μητροπολίτης Κιτίου από το 1910 έως το 1918, Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος από το 1918 έως το 1920, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως από το 1921 έως το 1923 (ως Μελέτιος Δ΄) και Πατριάρχης Αλεξανδείας και πάσης Αφρικής από το 1926 έως το 1935 (ως Μελέτιος Β΄).
Βιογραφία
Σπούδασε στην Ιερατική Σχολή του Παναγίου Τάφου από το 1889 έως το 1891. Το 1891 ο ηγούμενος της Μονής Βηθλεέμ και Αρχιεπίσκοπος Θαβωρίου, Σπυρίδων, τον χειροτόνησε διάκονο και τον ονόμασε Μελέτιο. Συνέχισε τις σπουδές του στη Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού στα Ιεροσόλυμα όταν η Σχολή επαναλειτούργησε το 1893. Αποφοίτησε το 1900 ως αριστούχος.
Στα 1903 ορίστηκε Αρχιγραμματέας του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων και φρόντισε για την αναδιοργάνωση του πατριαρχικού τυπογραφείου και την έκδοση του περιοδικού «Νέα Σιών» το 1904. Ίδρυσε νέα σχολεία και αναδιοργάνωσε τα υπάρχοντα ενώ πέτυχε να απονέμεται δίπλωμα στους αποφοίτους της Θεολογικής Σχολής των Ιεροσολύμων ακόμη κι αν δε χειροτονούνταν ιερείς. Αντιμετώπισε τη «Ντουχόβναγια Μίσσια» (Πνευματική Αποστολή), ρωσική οργάνωση που άσκουσε ανθελληνική προπαγάνδα, ίδρυσε την Πρακτική Σχολή στην Ιόπη και ενίσχυσε την κυκλοφορία διδακτικών βιβλίων. Ακόμη φρόντισε για την ενίσχυση των οικονομικών του Πατριαρχείου. Το 1907 μετείχε ως εκπρόσωπος του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων σε συνάντηση με τον εκπρόσωπο του οικουμενικού θρόνου και μετέπειτα Οικουμενικό Πατριάρχη, Βασίλειο, μητροπολίτη Αγχιάλου, και τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Φώτιο, για την αντιμετώπιση του αρχιεπισκοπικού ζητήματος της Κύπρου. Ο νόμος που τελικά ψηφίστηκε είχε βασιστεί σε έκθεση που συνέταξε ο Μεταξάκης και η οποία δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα της κυπριακής κυβέρνησης. Στη συνάντηση εκείνη και τις διάφορες συνομιλίες που είχε τότε με τον Πατριάρχη Φώτιο αποφάσισαν την υλοποίηση δύο εκδόσεων του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, των περιοδικών «Εκκλησιαστικός Φάρος» και «Πάνταινος».
Το 1910 εξελέγη Μητροπολίτης Κιτίου της Εκκλησίας της Κύπρου. Συνέταξε τον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Κύπρου και ίδρυσε το περιοδικό «Εκκλησιαστικός Κήρυξ», το όποιο συνέχισε να εκδίδει και αργότερα στην Αθήνα και τη Νέα Υόρκη. Συνέστησε το Παγκύπριο Ιερόδιδασκαλείο τον Οκτώβριο του 1910 και το Εμπορικό Λύκειο Λάρνακας. Το 1912 - 1913 ταξίδεψε στην Αθήνα όπου συνεργάστηκε με τον Ίωνα Δραγούμη και επιτροπή του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών για την εξεύρεση λύσης στα ζητήματα που είχαν προκύψει μετά την απόδοση περιοχών του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Ελλάδα, τη Σερβία και τη Βουλγαρία, ενώ συνέταξε την έκθεση της επιτροπής. Με άρθρα του στον Εκκλησιαστικό Κήρυκα το 1914 θα εναντιωθεί σε κάθε πρόωρη προσάρτηση των Μητροπόλεων των απελευθερωμένων περιοχών, για λόγους εθνικής σκοπιμότητας: φοβόταν την αποδυνάμωση του Πατριαρχείου, στο οποίο αναγνώριζε εθναρχικό ρόλο.[1]
Μητροπολίτης
Τον Μάρτιο του 1918 διαδέχθηκε τον Θεόκλητο Α' στη Μητρόπολη Αθηνών όπου παρέμεινε δύο έτη. Προϊόν απροκάλυπτης επέμβασης της Βενιζελικής παράταξης τόσο η απομάκρυνση του πρώτου, όσο και η τοποθέτηση του δεύτερου, ο Μελέτιος είχε προταθεί από τον στενό συνεργάτη του Βενιζέλου Ανδρέα Μιχαλακόπουλο από τον Νοέμβριο του 1916.[2] Έτσι η διορισμένη από την κυβέρνηση Βενιζέλου Σύνοδος έθεσε στις 26 Φεβρουαρίου 1918 ζήτημα πλήρωσης της θέσεως της Μητρόπολης Αθηνών μετά την απομάκρυνση του Θεόκλητου Α'. Η Σύνοδος πρότεινε τρία πρόσωπα, μεταξύ των οποίων και τον Μελέτιο[3] Αν και η Σύνοδος είχε προκρίνει τον Χρυσόστομο Παπαδόπουλο, τελικά επελέγη από την κυβέρνηση ο Μελέτιος. Στο διάστημα αυτό ίδρυσε και νέο περιοδικό, τη «Διδαχή» (1919), ενίσχυσε τη μόρφωση του κλήρου, συνέστησε φιλόπτωχα ταμεία καθώς και τη «Στέγη της Εκκλησίας», και ακόμη ενδιαφέρθηκε για την ελληνική διασπορά στις Η.Π.Α, όπου και περιόδευσε το 1918. Η άνοδος του Μελέτιου σηματοδότησε επίσης τη στενή προσέγγιση με την Αγγλικανική Εκκλησία, κάτι το οποίο επιδοκίμαζε η κυβέρνηση.[4] Στις 16 Νοεμβρίου 1920, μετά την επάνοδο του Θεόκλητου στο θρόνο των Αθηνών, ο Μελέτιος έφυγε στην Αμερική (Φεβρουάριος 1921). Οργάνωσε την Ελληνορθόδοξη Αρχιεπισκοπή Βορείου και Νοτίου Αμερικής και ίδρυσε το Ελληνοαμερικανικό Σεμινάριο του Αγίου Αθανασίου. Η Σύνοδος υπό την προεδρία του Θεόκλητου Α' θα ζητήσει την διενέργεια ανακρίσεων εις βάρος του Μελετίου, κατόπιν μήνυσης του καθηγητή Παύλου Καρολίδη «επί αμαρτήμασιν εναντίον των υπερτάτων θετικών νόμων της Πολιτείας».[5] Την ίδια περίοδο ήταν πιθανή η εκλογή του στον Πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινούπολης και η κίνηση της Συνόδου αποσκοπούσε στο να «λειτουργήσει αποτρεπτικά στα σχέδιά του για τον πατριαρχικό θρόνο.»[6] Πριν από την πατριαρχική εκλογή του η Σύνοδος δεν προχώρησε σε καταδίκη του προκειμένου να μην πολώσει το κλίμα στην Κωνσταντινούπολη και εκλεγεί από αντίδραση.
Οικουμενικός Πατριάρχης
Στις 25 Νοεμβρίου 1921 εξελέγη στον Οικουμενικό Θρόνο όπου παρέμεινε για 17 μήνες. Ήταν ο τελευταίος Οικουμενικός Πατριάρχης που εξελέγη σύμφωνα με τους γενικούς κανονισμούς. Η Σύνοδος στην Αθήνα θα απαγγείλει νέες κατηγορίες σε βάρος του Μελετίου, η μία από τις οποίες ήταν «επί επιβάσει εις τον Μητροπολιτικό θρόνον Αθηνών και χρήσει προς τούτο κοσμικής και δη επαναστατικής εξουσίας κατά παράβασιν των Ι. Κανόνων»[7][8] Με ενέργειές του υπήγαγε στη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου τις ελληνορθόδοξες Εκκλησίες Ευρώπης, Αμερικής και Αυστραλίας, και επίσης τις Εκκλησίες Τσεχοσλοβακίας, Εσθονίας και Φινλανδίας. Ίδρυσε τη Μητρόπολη Θυατείρων και την Εξαρχία Δυτικής Ευρώπης με έδρα το Λονδίνο (Απρίλιος 1922). Αναγνώρισε τις αγγλικανικές χειροτονίες, ενώ με πανορθόδοξο συνέδριο προχώρησε στη μεταρρύθμιση του ημερολογίου. Μετά την υπογραφή της συνθήκης της Λωζάνης και την επικράτηση του Μουσταφά Κεμάλ βρέθηκε σε δυσχερή θέση. Στις 10 Ιουλίου 1923 κατέφυγε στο Άγιο Όρος από όπου τον Σεπτέμβριο ανακοίνωσε την παραίτησή του. Το 1924 αποσύρθηκε στην Κηφισιά της Αθήνας.
Πατριάρχης Αλεξανδρείας
Στις 20 Μαΐου 1926 εξελέγη Πατριάρχης Αλεξανδρείας διαδεχόμενος τον Φώτιο. Επί των ημερών του το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας υιοθέτησε το γρηγοριανό ημερολόγιο, το οποίο δεν δεχόταν ο προκάτοχός του. Επίσης συνετάγησαν, επικυρώθηκαν και εφαρμόσθηκαν πολλοί νέοι κανονισμοί που αφορούσαν την εκλογή Πατριάρχη, τη συνοδική οργάνωση, την ευταξία του κλήρου και την οικονομική διαχείριση (μεταξύ αυτών: «Οργανικός Νόμος του Ελληνορθοδόξου Πατριαρχείου Αλεξανδρείας», «Οργανισμός των Δικαστηρίων του Πατριαρχικού Θρόνου Αλεξανδρείας και η παρ' αυτοίς ισχύουσα Δικονομία» και «Διάταξις περί γάμου και διαζυγίου»). Ίδρυσε το Ιεροδιδασκαλείο του Αγίου Αθανασίου, αναδιοργάνωσε το πατριαρχικό τυπογραφείο και ενίσχυσε τα θρησκευτικά σωματεία, ρύθμισε ζητήματα κανονικού δικαίου, ίδρυσε τρεις νέες μητροπόλεις και περιόδευσε σε πολλές περιοχές της Αφρικής.
Ο Μελέτιος ήταν ο πρώτος Πατριάρχης Αλεξανδρείας που διεκδίκησε και έλαβε τον τίτλο «και πάσης Αφρικής». Ήταν αυτός που άρχισε την οργάνωση της σύγχρονης ορθόδοξης ιεραποστολής στην αφρικανική ήπειρο, ενώ με την ειδική διάταξη «περί του Συνταγματίου των Μητροπόλεων» ορίσθηκαν οι εννέα εκκλησιαστικές επαρχίες του Θρόνου.
Το 1931 ηγήθηκε της ορθόδοξης αντιπροσωπείας στο συνέδριο του Λάμπεθ. Πέθανε αιφνιδίως στις 28 Ιουλίου του 1935 στην Αλεξάνδρεια.
[...] Χαρακτηρίζον τὸν ἄνθρωπον τοῦτον τὸ περιοδικὸν «ΖΩΗ», ἔγραφε ἐν τῆ νεκρολογία του, σὺν ἄλλοις, ταῦτα:
Πρόσφατα ανακοινώθηκε από ορθόδοξο μητροπολίτη (ν.ημ.) η ύπαρξη επιστολής του Μελετίου προς τον Ελ. Βενιζέλο, όπου του εφιστά την προσοχή εναντίον της Μασονίας, κατηγορώντας την τελευταία ως επικίνδυνη. Την επιστολή αυτή δεν κατόρθωσα να τη βρω στο Διαδίκτυο (αν τη βρει κάποιος, ας μας τη στείλει), αλλά με αφορμή την ανακοίνωση αυτή δημοσιεύουμε δύο άρθρα για το Μελέτιο, ευχόμενοι ο Θεός να τον συγχωρήσει και να τον αναπαύσει. Ένα "επίσημο", από τη Βικιπαίδεια και ένα από το ΓΟΧ ιστολόγιο Εν τούτω νίκα.
1. Βικιπαίδεια:
Ο Πατριάρχης Μελέτιος γεννήθηκε στις 21 Σεπτεμβρίου του 1871 στο χωριό Παρσάς του Λασιθίου Κρήτης. Το κοσμικό του όνομα ήταν Εμμανουήλ Μεταξάκης. Υπηρέτησε ως Μητροπολίτης Κιτίου από το 1910 έως το 1918, Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος από το 1918 έως το 1920, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως από το 1921 έως το 1923 (ως Μελέτιος Δ΄) και Πατριάρχης Αλεξανδείας και πάσης Αφρικής από το 1926 έως το 1935 (ως Μελέτιος Β΄).
Βιογραφία
Σπούδασε στην Ιερατική Σχολή του Παναγίου Τάφου από το 1889 έως το 1891. Το 1891 ο ηγούμενος της Μονής Βηθλεέμ και Αρχιεπίσκοπος Θαβωρίου, Σπυρίδων, τον χειροτόνησε διάκονο και τον ονόμασε Μελέτιο. Συνέχισε τις σπουδές του στη Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού στα Ιεροσόλυμα όταν η Σχολή επαναλειτούργησε το 1893. Αποφοίτησε το 1900 ως αριστούχος.
Στα 1903 ορίστηκε Αρχιγραμματέας του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων και φρόντισε για την αναδιοργάνωση του πατριαρχικού τυπογραφείου και την έκδοση του περιοδικού «Νέα Σιών» το 1904. Ίδρυσε νέα σχολεία και αναδιοργάνωσε τα υπάρχοντα ενώ πέτυχε να απονέμεται δίπλωμα στους αποφοίτους της Θεολογικής Σχολής των Ιεροσολύμων ακόμη κι αν δε χειροτονούνταν ιερείς. Αντιμετώπισε τη «Ντουχόβναγια Μίσσια» (Πνευματική Αποστολή), ρωσική οργάνωση που άσκουσε ανθελληνική προπαγάνδα, ίδρυσε την Πρακτική Σχολή στην Ιόπη και ενίσχυσε την κυκλοφορία διδακτικών βιβλίων. Ακόμη φρόντισε για την ενίσχυση των οικονομικών του Πατριαρχείου. Το 1907 μετείχε ως εκπρόσωπος του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων σε συνάντηση με τον εκπρόσωπο του οικουμενικού θρόνου και μετέπειτα Οικουμενικό Πατριάρχη, Βασίλειο, μητροπολίτη Αγχιάλου, και τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Φώτιο, για την αντιμετώπιση του αρχιεπισκοπικού ζητήματος της Κύπρου. Ο νόμος που τελικά ψηφίστηκε είχε βασιστεί σε έκθεση που συνέταξε ο Μεταξάκης και η οποία δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα της κυπριακής κυβέρνησης. Στη συνάντηση εκείνη και τις διάφορες συνομιλίες που είχε τότε με τον Πατριάρχη Φώτιο αποφάσισαν την υλοποίηση δύο εκδόσεων του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, των περιοδικών «Εκκλησιαστικός Φάρος» και «Πάνταινος».
Το 1910 εξελέγη Μητροπολίτης Κιτίου της Εκκλησίας της Κύπρου. Συνέταξε τον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Κύπρου και ίδρυσε το περιοδικό «Εκκλησιαστικός Κήρυξ», το όποιο συνέχισε να εκδίδει και αργότερα στην Αθήνα και τη Νέα Υόρκη. Συνέστησε το Παγκύπριο Ιερόδιδασκαλείο τον Οκτώβριο του 1910 και το Εμπορικό Λύκειο Λάρνακας. Το 1912 - 1913 ταξίδεψε στην Αθήνα όπου συνεργάστηκε με τον Ίωνα Δραγούμη και επιτροπή του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών για την εξεύρεση λύσης στα ζητήματα που είχαν προκύψει μετά την απόδοση περιοχών του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Ελλάδα, τη Σερβία και τη Βουλγαρία, ενώ συνέταξε την έκθεση της επιτροπής. Με άρθρα του στον Εκκλησιαστικό Κήρυκα το 1914 θα εναντιωθεί σε κάθε πρόωρη προσάρτηση των Μητροπόλεων των απελευθερωμένων περιοχών, για λόγους εθνικής σκοπιμότητας: φοβόταν την αποδυνάμωση του Πατριαρχείου, στο οποίο αναγνώριζε εθναρχικό ρόλο.[1]
Μητροπολίτης
Τον Μάρτιο του 1918 διαδέχθηκε τον Θεόκλητο Α' στη Μητρόπολη Αθηνών όπου παρέμεινε δύο έτη. Προϊόν απροκάλυπτης επέμβασης της Βενιζελικής παράταξης τόσο η απομάκρυνση του πρώτου, όσο και η τοποθέτηση του δεύτερου, ο Μελέτιος είχε προταθεί από τον στενό συνεργάτη του Βενιζέλου Ανδρέα Μιχαλακόπουλο από τον Νοέμβριο του 1916.[2] Έτσι η διορισμένη από την κυβέρνηση Βενιζέλου Σύνοδος έθεσε στις 26 Φεβρουαρίου 1918 ζήτημα πλήρωσης της θέσεως της Μητρόπολης Αθηνών μετά την απομάκρυνση του Θεόκλητου Α'. Η Σύνοδος πρότεινε τρία πρόσωπα, μεταξύ των οποίων και τον Μελέτιο[3] Αν και η Σύνοδος είχε προκρίνει τον Χρυσόστομο Παπαδόπουλο, τελικά επελέγη από την κυβέρνηση ο Μελέτιος. Στο διάστημα αυτό ίδρυσε και νέο περιοδικό, τη «Διδαχή» (1919), ενίσχυσε τη μόρφωση του κλήρου, συνέστησε φιλόπτωχα ταμεία καθώς και τη «Στέγη της Εκκλησίας», και ακόμη ενδιαφέρθηκε για την ελληνική διασπορά στις Η.Π.Α, όπου και περιόδευσε το 1918. Η άνοδος του Μελέτιου σηματοδότησε επίσης τη στενή προσέγγιση με την Αγγλικανική Εκκλησία, κάτι το οποίο επιδοκίμαζε η κυβέρνηση.[4] Στις 16 Νοεμβρίου 1920, μετά την επάνοδο του Θεόκλητου στο θρόνο των Αθηνών, ο Μελέτιος έφυγε στην Αμερική (Φεβρουάριος 1921). Οργάνωσε την Ελληνορθόδοξη Αρχιεπισκοπή Βορείου και Νοτίου Αμερικής και ίδρυσε το Ελληνοαμερικανικό Σεμινάριο του Αγίου Αθανασίου. Η Σύνοδος υπό την προεδρία του Θεόκλητου Α' θα ζητήσει την διενέργεια ανακρίσεων εις βάρος του Μελετίου, κατόπιν μήνυσης του καθηγητή Παύλου Καρολίδη «επί αμαρτήμασιν εναντίον των υπερτάτων θετικών νόμων της Πολιτείας».[5] Την ίδια περίοδο ήταν πιθανή η εκλογή του στον Πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινούπολης και η κίνηση της Συνόδου αποσκοπούσε στο να «λειτουργήσει αποτρεπτικά στα σχέδιά του για τον πατριαρχικό θρόνο.»[6] Πριν από την πατριαρχική εκλογή του η Σύνοδος δεν προχώρησε σε καταδίκη του προκειμένου να μην πολώσει το κλίμα στην Κωνσταντινούπολη και εκλεγεί από αντίδραση.
Οικουμενικός Πατριάρχης
Στις 25 Νοεμβρίου 1921 εξελέγη στον Οικουμενικό Θρόνο όπου παρέμεινε για 17 μήνες. Ήταν ο τελευταίος Οικουμενικός Πατριάρχης που εξελέγη σύμφωνα με τους γενικούς κανονισμούς. Η Σύνοδος στην Αθήνα θα απαγγείλει νέες κατηγορίες σε βάρος του Μελετίου, η μία από τις οποίες ήταν «επί επιβάσει εις τον Μητροπολιτικό θρόνον Αθηνών και χρήσει προς τούτο κοσμικής και δη επαναστατικής εξουσίας κατά παράβασιν των Ι. Κανόνων»[7][8] Με ενέργειές του υπήγαγε στη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου τις ελληνορθόδοξες Εκκλησίες Ευρώπης, Αμερικής και Αυστραλίας, και επίσης τις Εκκλησίες Τσεχοσλοβακίας, Εσθονίας και Φινλανδίας. Ίδρυσε τη Μητρόπολη Θυατείρων και την Εξαρχία Δυτικής Ευρώπης με έδρα το Λονδίνο (Απρίλιος 1922). Αναγνώρισε τις αγγλικανικές χειροτονίες, ενώ με πανορθόδοξο συνέδριο προχώρησε στη μεταρρύθμιση του ημερολογίου. Μετά την υπογραφή της συνθήκης της Λωζάνης και την επικράτηση του Μουσταφά Κεμάλ βρέθηκε σε δυσχερή θέση. Στις 10 Ιουλίου 1923 κατέφυγε στο Άγιο Όρος από όπου τον Σεπτέμβριο ανακοίνωσε την παραίτησή του. Το 1924 αποσύρθηκε στην Κηφισιά της Αθήνας.
Πατριάρχης Αλεξανδρείας
Στις 20 Μαΐου 1926 εξελέγη Πατριάρχης Αλεξανδρείας διαδεχόμενος τον Φώτιο. Επί των ημερών του το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας υιοθέτησε το γρηγοριανό ημερολόγιο, το οποίο δεν δεχόταν ο προκάτοχός του. Επίσης συνετάγησαν, επικυρώθηκαν και εφαρμόσθηκαν πολλοί νέοι κανονισμοί που αφορούσαν την εκλογή Πατριάρχη, τη συνοδική οργάνωση, την ευταξία του κλήρου και την οικονομική διαχείριση (μεταξύ αυτών: «Οργανικός Νόμος του Ελληνορθοδόξου Πατριαρχείου Αλεξανδρείας», «Οργανισμός των Δικαστηρίων του Πατριαρχικού Θρόνου Αλεξανδρείας και η παρ' αυτοίς ισχύουσα Δικονομία» και «Διάταξις περί γάμου και διαζυγίου»). Ίδρυσε το Ιεροδιδασκαλείο του Αγίου Αθανασίου, αναδιοργάνωσε το πατριαρχικό τυπογραφείο και ενίσχυσε τα θρησκευτικά σωματεία, ρύθμισε ζητήματα κανονικού δικαίου, ίδρυσε τρεις νέες μητροπόλεις και περιόδευσε σε πολλές περιοχές της Αφρικής.
Ο Μελέτιος ήταν ο πρώτος Πατριάρχης Αλεξανδρείας που διεκδίκησε και έλαβε τον τίτλο «και πάσης Αφρικής». Ήταν αυτός που άρχισε την οργάνωση της σύγχρονης ορθόδοξης ιεραποστολής στην αφρικανική ήπειρο, ενώ με την ειδική διάταξη «περί του Συνταγματίου των Μητροπόλεων» ορίσθηκαν οι εννέα εκκλησιαστικές επαρχίες του Θρόνου.
Το 1931 ηγήθηκε της ορθόδοξης αντιπροσωπείας στο συνέδριο του Λάμπεθ. Πέθανε αιφνιδίως στις 28 Ιουλίου του 1935 στην Αλεξάνδρεια.
*****
2. Εν τούτω νίκα (απόσπασμα του άρθρου Ο Πατριάρχης Μελέτιος Μεταξάκης πρόδρομος του Οικουμενισμού):[...] Χαρακτηρίζον τὸν ἄνθρωπον τοῦτον τὸ περιοδικὸν «ΖΩΗ», ἔγραφε ἐν τῆ νεκρολογία του, σὺν ἄλλοις, ταῦτα:
«… Διεμορφώθη εἰς ἰδιάζουσαν ἐν τῆ ἐκκλησία φυσιογνωμίαν. Ἐν αὐτῆ ἡ πολιτικὴ προσωπικότης ἀπερρόφα καὶ ὑποκαθίστα τὴν ἐκκλησιαστικὴν τοιαύτην.Ἐνοχλούμενος ἀπὸ τὴν συντηρητικότητα, ἐξεδήλωνεν ἐλευθερίους τάσεις, αἵτινες πολλάκις ἐνεφανίζοντο ἀσυγκράτητοι, μολονότι — διὰ νὰ χρησιμοποιήσωμεν ἰδικήν του φράσιν — «τὰ πολλὰ σκοντάμματα τὸν ἠνάγκαζον νὰ μετριάζη» ταύτας. Ἐν τούτοις καὶ πάλιν δὲν ἐδυσκολεύετο νὰ προσαρμόζη, ἡ τουλάχιστον ν’ ἀποπειρᾶται τὴν προσαρμογὴν Ἐκκλησίας καὶ ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων εἰς τὴν σκοπιμότητα, νὰ θεωρῆ δὲ ἀκόμη καὶ τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς θεσμοὺς εὐπροσαρμόστους εἰς τὴν σκοπιμότητα καὶ τὰς ἀπαιτήσεις τῆς ἐποχῆς… Μεγαλοπράγμων, ἀεικίνητος καὶ ἀκαταπόνητος˙ ἀλλὰ καὶ πολυπράγμων τῶν πρωτοβουλιῶν ἀρχηγὸς καὶ τῶν ἀπραγματοποιήτων σχεδἰων ἐφευρέτης καὶ σχεδιαστὴς ἔστρεφε τὴν ὁρμήν του, ὁσάκις δὲν εἶχεν ἄλλο πεδίο ἐργώδους δράσεως πρὸς τοὺς ἐκκλησιαστικοῦς θεσμούς, ἐπιζητῶν νὰ δίδη διέξοδον εἰς τὴν ἀνήσυχον πρωτοβουλίαν του διὰ μεταβολῶν ἐν τῆ ἐξωτερικῆ ζωῆ τῆς Ἐκκλησίας, προτοῦ γίνη ἡ δέουσα ἐργασία διὰ τὴν ἐσωτερικὴν ἀνακαίνισιν αὐτῆς…». («ΖΩΗ», Ἔτος ΚΕ΄, ἀρ. 1199).
Ἐνῶ, ὅπως ἀνέγραφε τὸ ἐπίσημον ὄργανον τοῦ Οἰκουμενικοῦ
Πατριαρχείου «ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ»:
«Ἡ ἀναγγελία τῆς ἐκλογῆς ὡς Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου τοῦ Μητροπολίτου Ἀθηνῶν Μελετίου προὐκάλεσε τὴν ἔκρηξιν θυέλλης ἐν Ἀθήναις… Οἱ Ἑπτὰ ὡς πλειοψηφία τῆς Συνόδου ἐτηλεγράφησαν πρὸς τὸν Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Μελέτιον παρακαλοῦντες νὰ μὴ άποδεχθῆ τὴν ἐκλογὴν καὶ ἔλθη εἰς Κωνσταντινούπολιν χάριν τῆς εἰρήνης τῆς Ἐκκλησίας».
Ὁ δὲ Χρῆστος Ἀνδροῦτσος ἔγραφεν ὅτι «πάντες οἱ ἐν
Κωνσταντινουπόλει εἰσὶν ὠνητοὶ» καὶ διὰ πραγματείας ἀπεδείκνυεν ἀντικανονικὴν
καὶ παράνομον τὴν ἐπίβασιν τοῦ Μεταξάκη εἰς τὸν οἰκουμενικὸν θρόνον.
Ἐνῶ οὕτως ἐδέχθησαν τὴν «ἐκλογήν» του οἱ Ὀρθόδοξοι, οἱ δυσσεβεῖς
προτεστάνται καὶ ὅπου γῆς οἰκουμενισταὶ ἐπανηγύρισαν ἐνθουσιωδῶς καὶ ἔπλεξαν
διθυράμβους διὰ τὴν ἐκλογήν του, γνωρίζοντες ἀπὸ πολλοῦ τὸν ἄνδρα ἐκ τῶν μετ’ αὐτῶν
θεομισήτων ἀντορθοδόξων ἐπαφῶν καὶ προδοσιῶν του καὶ βλέποντες ἐν τῶ προσώπω
του τὸν ἐκτελεστὴν τῶν κατὰ τῆς Ὀρθοδοξίας σχεδίων των.
Σημειοῦμεν μερικὰ «δειγματικῶς», ἐξ ὅσων εἶπον καὶ ἔγραψαν οἱ ὅπου
γῆς «μεγάλοι» τοῦ προτεσταντισμοῦ ‑ οἰκουμενισμοῦ ἐπὶ τῆ ἐκλογῆ του καὶ μετὰ ταῦτα,
διὰ νὰ ἐννοηθῆ «ποίοις κυρίοις ἐδούλευεν» οὗτος καὶ χάριν τίνων ἐνήργησεν ὡς ἐνήργησεν.
Οἱ CHURCH TIMES
τοῦ Λονδίνου ἔγραφον:
«Πρέπει νὰ εἴμεθα εὐχαριστημένοι καὶ ὑπερήφανοι διότι ὁ Θεὸς ἔδωκε τοιοῦτον ποιμενάρχην εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν κατὰ τὰς ἡμέρας ταύτας…».«Ὑπὸ τῆς ἐνταῦθα (Ν. Ὑόρκη) Μεγάλης Ἐπισκοπιανῆς Θεολογικῆς Ἀκαδημίας ἐγένετο ἡ ἀπονομὴ τοῦ Διπλώματος τῆς Θεολογίας πρὸς τὴν Α.Θ. Παναγιότητα τὸν Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην Μελέτιον Δ΄ … Ὁ Σεβ. Ἐπίσκοπος Νέας Ὑόρκης WILLIAM T. MANNING… στρέφων τὸν λόγον περὶ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Μελετίου Δ΄, «τοῦ πατρὸς ἡμῶν καὶ ποιμένος» ὡς τὸν ὠνόμασεν, ἔπλεξε τὸ ἐγκώμιον αὐτοῦ ὡς ἱεράρχου ἐμφορουμένου ὑπὸ φλογερᾶς πίστεως καὶ γνησίως χριστιανικῶν ἰδεωδῶν. Διὰ τοῦτο τιμᾶται ὑφ’ ὁλοκλήρου τοῦ κόσμου. Τοιοῦτον ὑπέροχον ἱεράρχην τιμῶμεν σήμερον. Ἡ ἀπονεμομένη αὕτη τιμὴ πρὸς τὸν Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην τὸν πεπνυμένον τοῦτον ἱεράρχην, τὸν γνωστὸν διὰ τὰ φιλάδελφα αὐτοῦ αἰσθήματα πρὸς τὴν ἀδελφὴν Ἐπισκοπιανὴν Ἐκκλησίαν, δικαίως μᾶς κάμνει νὰ χαίρωμεν καὶ νὰ αἰσθανώμεθα ὑπερηφάνειαν διότι εἶναι τιμὴ ἀντανακλῶσα πρὸς ὅλην τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν…». Ὁ αὐτὸς «ἐπίσκοπος», καλέσας τὸν Μεταξάκην, «νὰ εὐλογήση τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας αὐτοῦ, προητοίμασε μεγαλειώδη δεξίωσιν ἐν τῶ καθεδρικῶ ναῶ τοῦ ἁγίου Ἰωάννου…».
Εἰς ἐπίσημον προτεσταντικὴν «ἔκθεσιν» περιελαμβάνοντο καὶ ταῦτα:
«Ἡ παρουσία ἐξεχόντων ἀντιπροσώπων τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας ἐν Λονδίνω κατὰ τὴν διάρκειαν τῆς Συνδιασκέψεως τοῦ LAMBETH καὶ ἐν Γενεύη, αἱ ἐπισκέψεις εἰς τὴν χώραν ταύτην (Ἀμερικὴν) καὶ εἰς τὴν Ἀγγλίαν τῆς Α.Α. τοῦ τότε Μητροπολίτου Ἀθηνῶν Μελετίου, ἡ παρατεταμένη διαμονή του ἐνταῦθα καὶ ἡ ἐκλογὴ αὐτοῦ ὡς Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως καὶ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου τῆς ἁγίας Ὀρθοδόξου Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, συνετέλεσαν πολὺ εἰς τὴν προπαρασκευὴν τῆς ἑνώσεως τῆς Ἀγγλικανικῆς καὶ τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Α. Παναγιότης ἐπανειλημμένως καὶ μάλιστα εἰς τὸν ἐνθρονιστήριον αὐτῆς λόγον ὑπεσχέθη νὰ συμβάληται εἰς τὴν ἕνωσιν μεταξὺ τῆς Ἀνατολικῆς, Παλαιοκαθολικῆς καὶ Ἀγγλικανικῆς Ἐκκλησίας…».
Ὁ ἐκ τῶν τότε καθηγητῶν τῆς σχολῆς Χάλκης Παντολέων Κομνηνός, ὅστις ἦτο ποτισμένος ὅλον τὸ δηλητήριον τοῦ
προτεσταντισμοῦ καὶ Οἰκουμενισμοῦ, ἔγραφε διὰ τὸν Μεταξάκην:
«Τὸ ὅλον κήρυγμα τῆς Α.Θ. Παναγιότητος ἀπὸ τῆς ἡμέρας τῆς εἰς τὸν θρόνον τῶν Χρυσοστόμων καὶ τῶν Γρηγορίων ἀναρρήσεως αὐτοῦ καὶ ἰδιαιτέρως οἱ πρὸς τοὺς καθηγητὰς τῆς Θεολογικῆς Ἀκαδημίας ἐμπνευσμένοι λόγοι του ἐμβάλλουν πολλὴν τὴν ἐλπίδα, ὅτι πρὸς τοῖς ἄλλοις ἀγαθοῖς θὰ ἡγηθῆ ἡμῶν ὡς ἄλλος Μωϋσῆς καὶ εἰς τὴν διάνοιξιν τῶν ὁριζόντων, οὓς ὑπηνίχθη˙… ὀφείλομεν νὰ ἔχωμεν πεπλατυσμένην καὶ οὐχὶ στενὴν τὴν καρδίαν πρὸς πάντας… ὥστε νὰ καταστῆ βαθμηδὸν δυνατὸν, ὅπως οἱ χθὲς καὶ πρώην ἀπεξενωμένοι καὶ πολέμιοι, αἰσθανθῶμεν βαθύτερον τοὺς συνδέοντας αὐτοὺς δεσμοὺς καὶ τείνωσι πρὸς ἀλλήλους δεξιὰς φιλίας καὶ κοινωνὶας. Αἱ ἀρχαὶ αὗται, μετὰ ἰδιαιτέρου ἀπό τινος ζήλου πρεσβευόμεναι καὶ καλλιεργούμεναι ἐν Ἀγγλία καὶ Ἀμερικῆ, τείνουν εἰς τὴν ἐκ παντὸς τρόπου ἀνασύνδεσιν τῶν κεχωρισμένων μελῶν τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητος, πρὸς ὃ καὶ ὑλικὰ οὐχὶ τυχαῖα καταβάλλονται μέσα πρὸς συγκρότησιν συνεδρίων, πρὸς μελέτας καὶ δημοσιεύματα…».
Ἐκ τούτων ἐννοεῖ πᾶς τις «ποίων ἐξελέγη» Πατριάρχης ὁ Μεταξάκης
καὶ διὰ ποίους σκοποὺς προωθήθη ὑπ’ αὐτῶν ἡ ἀναρρίχησίς του. Σημειωτέον δ’ ὅτι ὑπὸ
τῶν Ἐπισκόπων τοῦ Πατριαρχείου εἶχε παραπεμφθῆ εἰς δίκην «ὡς ἔνοχος
σχίσματος καὶ ἐπικοινωνίας μεθ’ αἱρετικῶν»˙ οἱ δὲ Συνοδικοὶ τῆς Ἑλλάδος τὸν ἔθεσαν ὑπόδικον
«διὰ ἀντικανονικὰς πράξεις αὐτοῦ καὶ προέβησαν εἰς δίκην καὶ καταδίκην αὐτοῦ
εἰς τὴν ἐσχάτην τῶν ποινῶν», (καθαίρεσιν).
Ἐπεμείναμεν εἰς τὴν σκιαγράφησιν τοῦ πρωτοστάτου τῆς ἀποστασίας
τοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ – Οἰκουμενισμοῦ Μεταξάκη, διότι καὶ μόνη ἡ προσωπικότης
καὶ ἡ πρᾶξις αὐτοῦ ἀρκεῖ διὰ νὰ βεβαιωθῆ ὑπὸ ποίων καὶ διατὶ προωθήθη, ποίων τοὺς
σκοποὺς καὶ τὰ σχέδια ἐξυπηρέτει, ΔΙΑΤΙ καὶ ΩΣ ΤΙ εἰσήχθη ὁ Νεοημερολογιτισμὸς,
τοῦ ὁποίου τὴν εἰσαγωγὴν αὐτὸς πρῶτος ἀπεφάσισεν. Οὕτω δὲ ἐξηγεῖται
καὶ ἡ καύχησις τῶν μασώνων, ὅτι «ἐὰν αὐτὴ ἡ λεγομένη κίνησις περὶ ἑνώσεως
τῶν ἐκκλησιῶν εὐρίσκεται εἰς καλὸν δρόμον, τοῦτο ὀφείλεται εἰς τὴν τάξιν μας». Εἰς
τὴν ὁποίαν «τάξιν» ἐπρώτευεν ὁ Μεταξάκης.
ΕΝ
ΕΤΕΙ 1967 ἡ «Συντακτικὴ ᾿Επιτροπὴ τοῦ Τεκτονικοῦ Δελτίου ἀνέθεσεν» εἰς τὸν Μασῶνον
᾿Αλεξ. ᾿Ι. Ζερβουδάκην νὰ συντάξῃ μίαν μελέτην «ποὺ νὰ σκιαγραφῆ ἕνα ἀκόμη
φωτεινὸ ἄστρο, ποὺ ἐλάμπρυνε καὶ κατηύγασε τὸν οὐρανὸ τῆς ῾῾᾿Ορθοδόξου ῾Ελληνικῆς
Εκκλησίας᾿᾿».
῾Ο ᾿Α. ᾿Ι. Ζερβουδάκης πράγματι συνέγραψε μίαν λίαν ἐκτενῆ καὶ ἀξιόλογον
ἐξ ἀπόψεως ἱστορικῆς βιογραφίαν τοῦ πατριάρχου Μ. Μ., ἀνερχομένην εἰς εἰκοσιπέντε
σελίδας, ἐξ᾿ ἧς ἀναδημοσιεύομεν ἕνα μικρὸν τμῆμα, τὸ ὁποῖον βεβαίως ὁμιλεῖ ἀφ᾿ ἑαυτοῦ
καὶ δὲν χρήζει σχολίων ἡμετέρων.
Πάντως ἀξίζει νὰ σημειωθῇ εἰσαγωγικῶς, ὅτι ὅσα γράφει ὁ ᾿Α. ᾿Ι.
Ζ. εἶναι πέρα πάσης ἀμφισβητήσεως καὶ δι᾿ ἄλλους λόγους, ἀλλὰ καὶ διότι - τὸ πλέον
σοβαρὸν - εἶχε προσωπικὴν πεῖραν τῆς μασωνικῆς ἰδιότητος τοῦ Μ. Μ.
῾Η μαρτυρία του εἶναι λίαν εὔγλωττος: ῾Ο ᾿Α. ᾿Ι. Ζ. συνήντησε τὸν
Μ. Μ. εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν κατὰ τὰς τραγικὰς ἡμέρας τοῦ 1922, ὡς μέλος
τριμελοῦς ἐπιτροπῆς, καὶ συνεζήτησε μαζί του.
«Φεύγοντας», λέγει ὁ
᾿Α. ᾿Ι. Ζ., «τὸν ἀποχαιρέτησα σὰν τέκτων ἕνα τέκτονα. Μοῦ χαμογέλασε καὶ
μοῦ εἶπε ῾῾βλέπω ὅτι μὲ καταλαβαίνετε᾿᾿! ῾Η ἀνάμνηση αὐτὴ μὲ παρεκίνησε ν᾿ ἀναλάβω
τὴν ἐντολὴ τῆς συντακτικῆς ἐπιτροπῆς τοῦ Δελτίου μὲ ἀπόφαση νὰ παρουσιάσω τὸν ἀδ.·.
μας...».
Καὶ καταλήγει τὸ πολυσέλιδον ἄρθρον:
«Μὲ τὶς ψυχικὲς ἀρετὲς ποὺ ἦταν προικισμένος ὁ Μελέτιος, μὲ
τὴν τετράγωνη λογική του, τὸ ἀνεξάρτητο καὶ ἀπαλλαγμένο ἀπὸ μικρότητες μυαλό
του, δὲν εἶναι παράξενο ὅτι βρέθηκε ἕτοιμος νὰ δεχθῇ καὶ τὸ τεκτ.·. φῶς.
Τὴν πρώτη φορὰ ποὺ πέρασε ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη (1906), γνωρίστηκε
μὲ τέκτονες. Συνεζήτησε μαζί τους καὶ τοὺς ἐντυπωσίασε μὲ τὸ κριτικὸ καὶ εὐθύ
του πνεῦμα, μὲ τὶς γνώσεις καὶ τὶς γνῶμες του ἐπάνω στὰ διάφορα ἐγκυκλοπαιδικά,
γενικά, ἐκκλησιαστικὰ καὶ θρησκευτικὰ ζητήματα. Αὐτοὶ ἐνδιαφέρθηκαν νὰ μάθουν
ποιὸς ἦταν καὶ τὶ εἶχε κάμει ἕως ἐκείνη τὴ στιγμή. ῞Οσα ἔμαθαν τοὺς παρακίνησαν
νὰ τοῦ ὑποβάλουν, ἔντεχνα, τὴ δεύτερη φορὰ ποὺ ξαναβρέθηκε στὴν Πόλη, τὴν ἰδέα
νὰ γίνῃ τέκτων. Φαίνεται ὅτι, στὴν περίπτωση αὐτή, οἱ Τέκτονες, μέλη τοῦ ῾Ελληνικοῦ
Πολιτικοῦ Συνδέσμου Κωνσταντινουπόλεως, μὲ τοὺς ὁποίους συνεργάζονταν τότε ὁ
Μελέτιος γιὰ τὸ φλέγον ζήτημα τῶν ᾿Αραβοφώνων ὀρθοδόξων (1908), ἐνέργησαν σωστά,
ὥστε τὸ ἐρευνητικὸ καὶ φιλοπερίεργο πνεῦμα τοῦ Μελετίου, ποὺ εἶχε ἕως τότε πολλὰ
ἀκούσει γιὰ τοὺς μασώνους στὴ Κύπρο καὶ ἀλλοῦ, νὰ ζητήσῃ ἀπὸ τοὺς συνεργάτες
του, ποὺ ἐκτιμοῦσε, νὰ τοῦ δώσουν πληροφορίες γιὰ τὸν Τεκτονισμό, καὶ ἀφοῦ τοὺς
ἄκουσε, ν᾿ ἀποφασίσῃ, μὲ τὴ γνωστὴ ὁρμητικότητα καὶ ἀποφασιστικότητά του νὰ
μιμηθῇ τὸ παράδειγμα τόσων ἄγγλων καὶ ἄλλων ξένων ἐπισκόπων καὶ νὰ ζητήσῃ νὰ
γνωρίσῃ καὶ μυηθῇ καὶ αὐτὸς στὰ μυστήρια ποὺ κρύβονται στὸν Τεκτονισμό !
Τὸν ἔφεραν τότε στὴ Στοὰ ῾῾ ῾Α ρ μ ο ν ί α ᾿᾿, ὑπ᾿ ἀριθ. 44 6,
τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ποὺ εἶχε συγκεντρώσει στοὺς κόλπους της τὴν ἀφρόκρεμα
τοῦ ἐκεῖ ἑλληνισμοῦ, ὅ,τι καλύτερο σὲ γράμματα, ἐπιστῆμες καὶ δύναμη διέθετε τότε
τὸ ἑλληνικὸ στοιχεῖο στὴν Πόλη καί, ἡ ὁποία, κατὰ ἕνα τρόπο, μὲ τὰ μέλη της, ποὺ
βρίσκονταν σὲ κάθε ὀργάνωση κοινοτική, ἐθνικὴ ἤ ἄλλη, οὐσιαστικὰ ἐπηρέαζε τὴν ἑλληνικὴ
ζωή. Ζήτησαν ἀπὸ τὴν τότε Μεγ.·. ᾿Αν.·. τῆς ῾Ελλάδος τὴν ἄδειαν νὰ τὸν μυήσουν
καὶ ὅταν τὴν ἔλαβαν, ὁ Μελέτιος δέχθηκε καὶ τὸ τεκτ.·. φῶς κατὰτὶς ἀρχὲς τοῦ
1909. Παραμένει στὴν Πόλη ἕνα χρόνο ἀκόμη καὶ μελετᾷ μὲ πάθος τὴν τεκτ.·.
διδασκαλία, ποὺ τοῦ ἐπέτρεψε νὰ χαράξῃ μὲ πραγματικὰ τεκτ.·. τρόπο, ὅλες του τὶς
πράξεις καὶ τὰ λόγια, ὅπως εἴδαμε κατὰ τὴ σύντομη ἐξιστόρηση τῆς δράσης του. Σὲ κάθε περίπτωση, ἡ δικαιοσύνη
καὶ οἱ πραγματικὲς τεκτ.·. ἀρετές, θἄλεγε κανείς, φυσικὰ καὶ αὐθόρμητα τὸν ὡδηγοῦσαν
τὶ νὰ πῇ πῶς νὰ ἐνεργήσῃ. Τρανὸ παράδειγμα στὴν ἐπίδραση ποὺ ἔχει ὁ Τεκτ.·. στὴ
διαμόρφωση τοῦ χαρακτῆρα τοῦ ἀνθρώπου, ὅταν αὐτὸς ψυχικὰ εἶναι προετοιμασμένος νὰ
δεχθῇ, τὰ διδάγματά του, ὅταν δηλ. εἶναι γεννημένος τέκτων, ὅπως ἦταν ὁ Μελέτιος.
῾Ο ἀδ.·. Μελέτιος, μετὰ τὴ μύησή του παρακολουθοῦσε τὶς ἐργασίες
καὶ τὴ δράση τοῦ Τεκτ.·. παντοῦ ὅπου βρέθηκε στὴν πολυτάραχη ζωή του, καὶ οἱ
περιστάσεις καὶ τὸ περιβάλλον τοῦ τὸ ἐπέτρεπαν.
῾Ο γράφων, ὅταν μοῦ ἔγινε ἡ τιμὴ νὰ ἰδῶ μὲ τὴ σειρἀ μου τὸ
τεκτ.·. φῶς στὴ Σ.·. Στ.·. ῾῾Α ρ μ ο ν ί α᾿᾿, ἐνθυμοῦμαι μὲ πόση ὑπερηφάνεια
καὶ χαρὰ ὅλοι οἱ ἀδ.·. της μιλοῦσαν γιὰ τὴ μύηση τοῦ τότε ἐψηφισμένου Πατριάρχη
Μελετίου, στὴ Στ.·. μας. Καὶ θὰ ἐνθυμοῦμε πάντοτε τὴν ἐξήγηση ποὺ ἔδωκε στὴν ἀπορία
μου, γιατὶ πρέπει οἱ ἀδ.·. νὰ κρατοῦμε μυστικὴ αὐτὴ τὴ μύηση, ὁ φίλτ.·. μου ἀδ.·.
Δημ. Ξανθός, ποὺ μὲ χειραγώγησε ν᾿ἀντιληφθῶ ὀρθὰ καὶ προωθήσω τὴν πραγματικὴ ἐσωτερική
μου μύηση.
᾿Ολίγοι εἶναι ἐκεῖνοι, ποὺ σὰν τὸν ἀδ.·. Μελέτιο, δέχθηκαν τὸν
Τεκτ.·. καὶ τὸν ἔκαμαν βίωμά των. Καὶ ὑπῆρξε πραγματικὴ ἀπώλεια ὅτι τόσο γρήγορα
ἀνακλήθηκε ἀπὸ τὸν Μ.·.Α.·.Τ.·.Σ.·. στὴν Αἰων.·. ᾿Αν.·., πρὶν ὁλοκληρώσῃ τὰ ἔργα
μὲ τὰ ὁποῖα ἐστεφάνωσε τὸ πέρασμά του ἀπὸ τὸν κόσμο μας».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου